Το Γαρδίκι Ομιλαίων είναι ένα ορεινό χωριό, κτισμένο σε υψόμετρο 1000 μέτρα περίπου, στο Νοτιο-Δυτικό τμήμα του Νομού Φθιώτιδος και συγκεκριμένα στις πλαγιές του όρους Οξυά, απ’ όπου πηγάζει και ο παραπόταμος του Σπερχειού Ίναχος. Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, με το Νόμο-Β/Δ «Περί Συστάσεως των Δήμων» (27 – 12 – 1833/ 8 – 1 – 1834, Φ.Ε.Κ 3 /10 – 1 – 1834), συστάθηκε ξεχωριστός Δήμος με την ονομασία «ΔΗΜΟΣ ΟΜΙΛΑΙΩΝ». Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Νόμου-Β/Δ: "...Όλο το Βασίλειον της Ελλάδος θέλει διαιρεθεί σε Δήμους, εκάστου δε Δήμου θέλει προσσδιορισθεί η περιοχή...". Το άρθρο 4 του ιδίου Β/Δ, μεταξύ άλλων όριζε: "...Πάν χωρίον έχον τουλάχιστον 300 κατοίκους δύναται να σχηματίσει ιδίαν Δημοτικήν αρχήν...". Σύμφωνα με το ίδιο Β/Δ, μικρότερα χωριά, σποραδικά χτισμένα σπίτια, μύλοι και άλλες οικοδομές, έπρεπε να ενωθούν μεταξύ τους σε Δήμο ή με ευρισκόμενο κοντά οικισμό. Το άρθρο 7 του ιδίου Β/Δ όριζε: "...Οι Δήμοι θα χωρίζονται ανάλογα με τον πληθυσμό τους σε τάξεις...". Ακολουθούσαν άλλα Β/Δ τα οποία καθόριζαν τη σύσταση, το χωροταξικό, την εξέλιξη και την λειτουργία των Δήμων. Σύμφωνα με τα Β/Δ οι ονομασίες των Δήμων έπρεπε να προέρχονται από τα αρχαία ονόματα των τοποθεσιών της ευρύτερης περιοχής ή της πόλης, ώστε να δοθεί συνέχεια στη ζωή των Ελληνικών πόλεων και των χωριών της Ελληνικής φυλής. Στο «Δήμο Ομιλαίων» υπήχθησαν όλοι οι οικισμοί που βρίσκονταν εντός της Γεωγραφικής Περιφέρειας της αρχαίας πόλης των Αινιάνων «Ομίλαι» (ή του ομίλου των μικρών οικισμών), που ήταν στην ίδια περιοχή πριν την Ρωμαϊκή κυριαρχία. Τα όρια του «Δήμου Ομιλαίων», ήταν τα ίδια με εκείνα που είχαν οι Αινιάνες όταν πρωτοεγκαταστάθηκαν, περί τα 1200 π.Χ, στην περιοχή αυτή. Δηλαδή από τις όχθες του παραποτάμου του Σπερχειού Ίναχου έως τις πλαγιές των «Κοκκαλίων», που πηγάζει ο άλλος παραπόταμος του Σπερχειού «Έλληνας ή Ρουστιανίτης».
Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του «Δήμου Ομιλαίων» έγινε στο Παράρτημα του υπ’ αρίθ. 2. Φ.Ε.Κ / 1837 (Γενικός Πίναξ των Δήμων του Κράτους, ως Δήμου της επαρχίας Φθιώτιδος). Ο «Δήμος Ομιλαίων» ανήκε στη Γ΄τάξη, είχε έδρα το Γαρδίκι και είχαν υπαχθεί σ’αυτόν οι σημερινοί οικισμοί Πουγκάκια, Παλαιοχώρι (Ι.Μ. ΠΡΟΦ. ΗΛΙΑ), Στάγια, Κυριακοχώρι, Νικολίτσι & Αργύρια. Με το Β/Δ της 20ης Ιουνίου (2 Ιουλίου 1841, που δημοσιεύθηκε στην ΕτΚ), ο «Δήμος Ομιλαίων» συγχωνεύθηκε στο «Δήμο Σπερχειάδος». Με το Β/Δ της 28ης Οκτωβρίου 1878 (το οποίο δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ 65/ 20 – 11 – 1878), «Περί μετασχηματισμού του Δήμου Σπερχειάδος και Ομιλαίων, έγινε ανασύσταση του «Δήμου Ομιλαίων». Με την ανασύστασή του ο «Δήμος Ομιλαίων» κατατάχθηκε στη Β΄τάξη, με πληθυσμό 3.150 κατοίκους και έδρα το Γαρδίκι. Το «Δήμο Ομιλαίων» αποτέλεσαν τα χωριά που είχε ο «Δήμος Ομιλαίων» πρό της συγχωνεύσεώς του με το «Δήμο Σπερχειάδος», εκτός από τα Πουγκάκια και το Παλαιοχώρι που είχαν εγκαταλείψει το «Δήμο Ομιλαίων» από το 1838 και είχαν προσχωρήσει στο «Δήμο Τυμφρηστού» (μετά την διαμάχη τους που είχαν με το «Δήμο Ομιλαίων» για την κατάληψη των Μοναστηριακών κτημάτων της Ι. Μ. ΠΡΟΦ. ΗΛΙΑ), καθώς και τα χωριά Σέλλιανη (σημερινά Μάρμαρα - Περιβόλι) και Κολοκυθιά, που ανήκαν στο «Δήμο Καλλιέων», ο οποίος είχε συγχωνευθεί στο «Δήμο Σπερχειάδος» από το 1841. Το έμβλημα του «Δήμου Ομιλαίων» καθορίσθηκε με το Νόμο (Β/Δ) της 25ης Οκτωβρίου 1882 (Φ.Ε.Κ 30, σελ. 135): «…(ίνα) η σφραγίς του δήμου Ομιλαίων φέρη έμβλημα εν μέσω μεν «Νύμφη φέρουσα υδρίαν εν τη αριστερά», γύρωθεν δε τας λέξεις «δήμος Ομιλαίων…». Επίσης, με το δεξί χέρι κρατούσε στάχυα σιταριού και το σχόλιο συλλογής σφραγίδων του ΕΛΙΑ, γράφει : «…Συμβολίζει Σταυρόν εκ στάχεων σίτου ον συνήθως οι γεωργοί θέτουν επί των θυμωνιών. Ετέθη το έμβλημα τούτο διότι ο δήμος είναι σιτοπαραγωγικός...».
Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του «Δήμου Ομιλαίων» έγινε στο Παράρτημα του υπ’ αρίθ. 2. Φ.Ε.Κ / 1837 (Γενικός Πίναξ των Δήμων του Κράτους, ως Δήμου της επαρχίας Φθιώτιδος). Ο «Δήμος Ομιλαίων» ανήκε στη Γ΄τάξη, είχε έδρα το Γαρδίκι και είχαν υπαχθεί σ’αυτόν οι σημερινοί οικισμοί Πουγκάκια, Παλαιοχώρι (Ι.Μ. ΠΡΟΦ. ΗΛΙΑ), Στάγια, Κυριακοχώρι, Νικολίτσι & Αργύρια. Με το Β/Δ της 20ης Ιουνίου (2 Ιουλίου 1841, που δημοσιεύθηκε στην ΕτΚ), ο «Δήμος Ομιλαίων» συγχωνεύθηκε στο «Δήμο Σπερχειάδος». Με το Β/Δ της 28ης Οκτωβρίου 1878 (το οποίο δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ 65/ 20 – 11 – 1878), «Περί μετασχηματισμού του Δήμου Σπερχειάδος και Ομιλαίων, έγινε ανασύσταση του «Δήμου Ομιλαίων». Με την ανασύστασή του ο «Δήμος Ομιλαίων» κατατάχθηκε στη Β΄τάξη, με πληθυσμό 3.150 κατοίκους και έδρα το Γαρδίκι. Το «Δήμο Ομιλαίων» αποτέλεσαν τα χωριά που είχε ο «Δήμος Ομιλαίων» πρό της συγχωνεύσεώς του με το «Δήμο Σπερχειάδος», εκτός από τα Πουγκάκια και το Παλαιοχώρι που είχαν εγκαταλείψει το «Δήμο Ομιλαίων» από το 1838 και είχαν προσχωρήσει στο «Δήμο Τυμφρηστού» (μετά την διαμάχη τους που είχαν με το «Δήμο Ομιλαίων» για την κατάληψη των Μοναστηριακών κτημάτων της Ι. Μ. ΠΡΟΦ. ΗΛΙΑ), καθώς και τα χωριά Σέλλιανη (σημερινά Μάρμαρα - Περιβόλι) και Κολοκυθιά, που ανήκαν στο «Δήμο Καλλιέων», ο οποίος είχε συγχωνευθεί στο «Δήμο Σπερχειάδος» από το 1841. Το έμβλημα του «Δήμου Ομιλαίων» καθορίσθηκε με το Νόμο (Β/Δ) της 25ης Οκτωβρίου 1882 (Φ.Ε.Κ 30, σελ. 135): «…(ίνα) η σφραγίς του δήμου Ομιλαίων φέρη έμβλημα εν μέσω μεν «Νύμφη φέρουσα υδρίαν εν τη αριστερά», γύρωθεν δε τας λέξεις «δήμος Ομιλαίων…». Επίσης, με το δεξί χέρι κρατούσε στάχυα σιταριού και το σχόλιο συλλογής σφραγίδων του ΕΛΙΑ, γράφει : «…Συμβολίζει Σταυρόν εκ στάχεων σίτου ον συνήθως οι γεωργοί θέτουν επί των θυμωνιών. Ετέθη το έμβλημα τούτο διότι ο δήμος είναι σιτοπαραγωγικός...».
Με το Ν.Δ/Ν.Ζ΄ (Φ.Ε.Κ 58Α/ 14 – 2 – 1912 «Περί Συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων και ειδικότερα με το Β/Δ της 29 – 8 – 1912 (Φ.Ε.Κ 211 Α΄/31 – 8 – 1912), το Γαρδίκι Ομιλαίων αναγνωρίσθηκε ως ξεχωριστή Κοινότητα. Το 1997 με το Νόμο 2539/97 (γνωστός με το όνομα Καποδίστριας), που προέβλεπε την συνένωση των Κοινοτήτων και την δημιουργία διευρυμένων Δήμων, η Κοινότητα Γαρδικίου ονομάσθηκε «Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Σπερχειάδος» και έπαψε να λειτουργεί αυτόνομα από 1 – 1 – 1999. Το Δήμο Σπερχειάδος τον αποτελούσαν 21 Κοινότητες της 7ης Εδαφικής Περιφέρειας Φθιώτιδος και η Σπερχειάδα. Ο νέος Δήμος Σπερχειάδος είχε πληθυσμό 8.573 κατοίκους και 23/μελές Δημοτικό Συμβούλιο. Το 2010, ψηφίσθηκε ο νέος Νόμος, 3852/ 7 – 6 – 2010 (γνωστός με το όνομα Καλλικράτης), που προβλέπει την συνένωση των Δήμων και Κοινοτήτων σε επίπεδο Περιφέρειας. Ο νέος "Καλλικρατικός" Δήμος, με την ονομασία «Δήμος Μακρακώμης - Σπερχειάδας», έχει έδρα την Σπερχειάδα και αποτελείται από τους πρώην Δήμους : Αγίου Γεωργίου Τυμφρηστού, Μακρακώμης, Σπερχειάδος και την Κοινότητα Τυμφρηστού. [Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο (Άρθρο 8, παράγραφος 4), στις Τοπικές Κοινότητες μέχρι 300 κατοίκους εκλέγεται μόνο ένας εκπρόσωπος (Πρόεδρος) της Τοπικής Κοινότητας, χωρίς συμμετοχή και ψήφο στις συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου. Αυτό είναι ένα θέμα που θα πρέπει να απασχολήσει τους κατοίκους των ορεινών "αδελφών" χωριών: Πουγκάκια, Παλαιοχώρι και Γαρδίκι Ομιλαίων ώστε στις επόμενες Δημοτικές εκλογές να υποδείξουν, μετά από συμφωνία, κοινό υποψήφιο για το Δημοτικό Συμβούλιο για να μην διασκορπίζονται οι ψήφοι σε πολλούς υποψηφίους και στο τέλος δεν εκλέγεται κανένας Δημοτικός σύμβουλος από τα χωριά αυτά].
Η άποψη ότι το όνομα του «Δήμου Ομιλαίων» δεν στηρίζεται σε ιστορική μαρτυρία, διότι η πόλη Ομίλαι βρισκόταν Ανατολικά της Υπάτης και ότι ο «Δήμος Ομιλαίων» θα έπρεπε να είχε ονομασθεί «Δήμος Ιναχιέων» και όχι «Δήμος Ομιλαίων», είναι λανθασμένη. Όπως προκύπτει από όλους τους αρχαίους χάρτες που έχουν βρεθεί από την παρούσα έρευνα και ορισμένοι από αυτούς παρατίθενται στη συνέχεια, η πόλη «Ομίλαι» (ή όμιλος μικρών οικισμών), δεν βρισκόταν Ανατολικά της Υπάτης αλλά Δυτικά και συγκεκριμένα αυτή βρισκόταν στην περιοχή που βρίσκονται σήμερα τα χωριά: Πουγκάκια, Παλαιοχώρι και Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος (Βλ. Παρακάτω Συνημμένους αρχαίους Χάρτες). Επίσης, λανθασμένη είναι και η άποψη ότι το όνομα του Δήμου Ομιλαίων προήλθε από την αρχαία πόλη Ομίλη ή Ομόλιον, διότι η πόλη αυτή βρισκόταν στην περιοχή των Τεμπών και συγκεκριμένα στους βόρειους πρόποδες της Όσσας, που σήμερα ονομάζεται Κίσσαβος. [Η αρχαία ονομασία της Όσσας (που σημαίνει παρατηρητήριο), προέρχεται από την Ομηρική λέξη "όσσομαι", που σημαίνει βλέπω, προ-βλέπω, παρατηρώ από ψηλά].
Δεν αποκλείεται όμως μεταξύ των δύο πόλεων (Ομίλαι και Ομόλιον) να υπήρχε συγγενική σχέση, διότι η περιοχή που βρισκόταν η πόλη Ομίλη ή Ομόλιον στα Τέμπη, ήταν η κοιτίδα των Αινιάνων. Συγκεκριμένα, οι Αινιάνες ήταν εγκατεστημένοι αρχικά στην περιοχή της Όσσας, πλησίον του παραποτάμου του Πηνειού "Τιταρήσιου" (Σαρανταπόρου), στην κάτω κοιλάδα του Πηνειού που ονομαζόταν "Δώτιον πεδίον". Με την εμφάνιση των Λαπιθών στην περιοχή αυτή οι Αινιάνες θα αναγκασθούν να εγκαταλείψουν τα πεδινά και να μετακινηθούν προς την οροσειρά της Πίνδου (προς Βορρά μέχρι τον Αώο ποταμό και Νότια μέχρι τα Κίρρα). Περί τα 1200 π.Χ θα εγκατασταθούν στις όχθες του Ίναχου και στη συνέχεια θα απλωθούν μέχρι τις πηγές του Σπερχειού ποταμού και ολόκληρη την Δυτική κοιλάδα του Σπερχειού. Στην περιοχή του "Ομολίου" βρέθηκε αρχαίο νόμισμα που από την μία όψη απεικονίζει μαντικό τρίποδα και από την άλλη όψη απεικονίζει Ολυμπιονίκη δαφνοστεφανωμένο. Στα πανάρχαια χρόνια λειτουργούσε στην περιοχή αυτή η Αμφικτυονία των Τεμπών, όπου συμμετείχαν οι πόλεις: Ομόλιον, Αζώρος, Δολίχη, Πύθιον ή Σέλλος, Κύφος, κ.α. Υπήρχε ιερό του Απόλλωνος που σωζόταν μέχρι της εισβολής των Ρωμαίων, όπως το περιγράφει ο Έλληνας ιστορικός Πλούταρχος (45-120 μ.Χ), ο οποίος πληροφορήθηκε ζωντανά την κατάσταση εκείνης της εποχής.
Επίσης, με την διάνοιξη των σηράγγων στα Τέμπη ήλθαν στο φως πολλά και σημαντικά ευρήματα τα οποία προσφέρουν εκτός από ιστορικά στοιχεία και νέους αρχαιολογικούς χώρους στην περιοχή του "Ομολίου". Εκεί βρέθηκε το δεξί πόδι πήλινου κολοσσιαίου αγάλματος, μήκος πέλματος 0,95 μ. (ο αρχαιολόγος Α. Αρβανιτόπουλος υπολογίζει το ύψος του σε 5 μέτρα). Το πόδι φορεί κάτυμμα στερεούμενο με ιμάντες πάνω στους οποίους εικονίζεται ανάγλυφος κεραυνός. Εικάζεται ότι ανήκει σε άγαλμα του Διός στον οποίο θα ήταν αφιερωμένος ιερός Ναός. Όπως είναι γνωστό το ανατολικότερο τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας, που οριζόταν από την Όσσα, το Πήλιο, τον Όλυμπο, τις Κυνός Κεφαλές και τις λίμνες Βοϊβηίδα και Νεσσωνίδα, ονομαζόταν "Δώτιον πεδίον". Προφανώς το όνομα "Δώτιον" προέρχεται από το όνομα του Δία και "Δώτιον πεδίον" σημαίνει περιοχή του Δία. Όπως και το όνομα του πρώτου "Μαντείου της Δωδώνης", που βρισκόταν σ'αυτή την περιοχή, προέρχεται από το όνομα του ΔΙΑ και της συζύγου του ; Θεάς ΔΙΩΝΗΣ (ΔΙΑΣ + ΔΙΩΝΗ = ΔΙΩΔΩΝΗ = ΔΩΔΩΝΗ). Το "Δώτιον πεδίον" ήταν η κοιτίδα όχι μόνο των Αινιάνων, αλλά ολοκλήρου του Ελληνισμού. Οι κάτοικοι της περιοχής αυτής ονομάζονταν Έλλοπες, Σελλοί ή Ελλοί, αλλά και Γραικοί.
[Ο Στράβων (64 π.Χ-24 μ.Χ), Γεωγραφικά (Ζ. 5, 7, 9, 10), αναφέρει ότι: "...της δε Σκοτούσσης εμνήσθημεν και εν τοις περί την Δωδώνης λόγοις και του Μαντείου του εν Θετταλία, διότι περί τούτον υπήρξε τον τόπον...". Ο Σουϊδας (που έγραψε τα Θεσσαλικά) αναφέρει ότι:"...το Μαντείο της Δωδώνης μεταφέρθηκε στην Ήπειρο επί Βασιλείας του Πύρρου...". Ο Απολλόδωρος (180 -110 π.Χ) αναφέρει ότι: "...από τα έλη που υπήρχαν γύρω από το Μαντείο της Δωδώνης, οι γηγενείς κάτοικοι ονομάζονταν Ελλοί αλλά και Σελλοί και η περιοχή γύρω από το Μαντείο ονομαζόταν Ελλοπία...". Ο Πίνδαρος (522-448 π.Χ) αναφέρει ότι: "...Οι Ελλοί είναι αδελφικός τύπος της ίδιας λέξεως Σελλοί και συγγενείς του Έλληνα. Όλη δε η περιοχή γύρω από το Μαντείο ονομαζόταν Ελλοπία...". Ο ΗΣΙΟΔΟΣ (850-800 π.Χ) στο ποίημα "αι Ήοίαι" (γυναικών κατάλογος) αναφέρει ότι: "...στην Ελλοπία, χώρα πλούσια, εύφορη και με πολλά καλλιεργήσιμα εδάφη, ήταν κτισμένη η Δωδώνη, την οποία ο Δίας αγάπησε ιδιαίτερα και θέλησε να ιδρύσει εκεί το Μαντείο του, κατοικώντας εν πυθμένι φηγού...". Ο Γεώργιος Χατζιδάκης (1848- 1941) γλωσσολόγος και ακαδημαϊκός, στο Ημερολόγιο της "Μεγάλης Ελλάδας", σελ. 97-110 (εκδ. 1925) αναφέρει μεταξύ άλλων ότι: "...Η Ελλοπία ήταν περιοχή που απλωνόταν στους πρόποδες του Ολύμπου, όπου πιστεύεται ότι εκεί βρισκόταν το Μαντείο της Δωδώνης...". Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος στην "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", Τ. 1ος, σελ. 81, αναφέρει τα εξής: "...το διδόμενον υπό του Ομήρου εις τους υποφήτας του εν Δωδώνη λατρευομένου Διός, μεθίσταται είς την έννοιαν φυλής Σελλών ή Ελλων, μετά τούτους δε μνημονεύεται και η φυλή των Γραικών..."].
Στην περιοχή αυτή των Τεμπών βρίσκονταν, εκτός από την πόλη Ομίλη ή Ομόλιο (που χρονολογείται την 3η και την 4η χιλιετία π.Χ) και οι πόλεις: Αινεία = Αινιάνες, Μάλλοια = Μαλιείς, Δώριον = Δωριείς, Δώτιον, Πύθιον ή Σέλλος, Δολίχη, Αζώρος, Κύφος, κ.α. Οι Αινιάνες μετά από περιπλάνηση σε πολλές περιοχές της οροσειράς της Πίνδου (Βόρεια μέχρι τον Αώο ποταμό και Νότια μέχρι τα Κίρρα), εγκαταστάθηκαν αρχικά στις όχθες του Ίναχου και στη συνέχεια απλώθηκαν μέχρι τις πηγές του Σπερχειού ποταμού. Στην περιοχή αυτή ίδρυσαν την πόλη Ομίλαι (ή τον όμιλο μικρών οικισμών), αλλά δεν ξέχασαν ποτέ την αρχική τους πατρίδα. Ενοποίησαν την "Πυλαία" Αμφικτυονία (που σύμφωνα με τον Παυσανία ήταν από τους πρώτους που την δημιούργησαν), με την Αμφικτυονία των Δελφών (που κατά ορισμένους ιστορικούς και αυτή ήταν δημιούργημα δικό τους, όταν είχαν εγκατασταθεί στα Κίρρα) και την αρχαία Αφικτυονία των Τεμπών (Πυλαιο-Δελφική-Τεμπών). Χαρακτηριστικό έργο της ενοποίησης ήταν η ιερά οδός που στρώθηκε από τους Δελφούς έως το Ομόλιο στα Τέμπη, για να συνδέει και συμβολικά τα δύο απόμακρα ιερά του Απόλλωνος και την διάνυαν ιερές πομπές, κάθε εννιά χρόνια, στις θρησκευτικές γιορτές των Αμφικτυονιών τα "Σεπτήρια".
Για την πόλη των Αινιάνων «Ομίλαι» (ή των όμιλο μικρών οικισμών), δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα και αυτά που γνωρίζουμε προέρχονται από επιγραφές που βρέθηκαν στους Δελφούς και από τους αρχαίους χάρτες που βρέθηκαν από την παρούσα έρευνα και ορισμένοι από αυτούς παρατίθενται στη συνέχεια. Σχετικά με την πόλη «Ομίλαι» (ή τον όμιλο οικισμών), ο Ιωάννης Γ. Βορτσέλας, καθηγητής φιλόλογος και συγγραφέας του σπάνιου βιβλίου «ΦΘΙΩΤΗΣ» 1907, σελ. 82, αναφέρει τα εξής: «…Όμιλαι (Πτολεμαίος Γ. 42), ής Εθνικόν Ομιλιάδας Βούλαρχοι έν Οίτα «Αριστίων Ομιλιάδας» και «Κρινόλαος Ομιλιάδας»). Και εν άλλη επιγραφή ανευρεθείση εν Δελφοίς (Δελτίο Ελλην. Αλληλογραφίας έτος Χ.Χ 1896 εν σελ. 622, αναγομένη δε εις το έτος 188 πρ. Χρ. αναγράφεται Ιερομνήμων ο «Τιμόμαχος Ομιλιάδας». Τα Οιταϊκά, σύγγραμμα του Νικάνδρου (Αθην. VII, 28, 2 f. 329 και ΙΧ 411), απώλοντο, παρά δε νεωτέροις πραγματείαν έγραψεν ο Emile Hubnor (Hermes Τόμος VII. 1873, σελ. 380 – 392)».
Δεν αποκλείεται όμως μεταξύ των δύο πόλεων (Ομίλαι και Ομόλιον) να υπήρχε συγγενική σχέση, διότι η περιοχή που βρισκόταν η πόλη Ομίλη ή Ομόλιον στα Τέμπη, ήταν η κοιτίδα των Αινιάνων. Συγκεκριμένα, οι Αινιάνες ήταν εγκατεστημένοι αρχικά στην περιοχή της Όσσας, πλησίον του παραποτάμου του Πηνειού "Τιταρήσιου" (Σαρανταπόρου), στην κάτω κοιλάδα του Πηνειού που ονομαζόταν "Δώτιον πεδίον". Με την εμφάνιση των Λαπιθών στην περιοχή αυτή οι Αινιάνες θα αναγκασθούν να εγκαταλείψουν τα πεδινά και να μετακινηθούν προς την οροσειρά της Πίνδου (προς Βορρά μέχρι τον Αώο ποταμό και Νότια μέχρι τα Κίρρα). Περί τα 1200 π.Χ θα εγκατασταθούν στις όχθες του Ίναχου και στη συνέχεια θα απλωθούν μέχρι τις πηγές του Σπερχειού ποταμού και ολόκληρη την Δυτική κοιλάδα του Σπερχειού. Στην περιοχή του "Ομολίου" βρέθηκε αρχαίο νόμισμα που από την μία όψη απεικονίζει μαντικό τρίποδα και από την άλλη όψη απεικονίζει Ολυμπιονίκη δαφνοστεφανωμένο. Στα πανάρχαια χρόνια λειτουργούσε στην περιοχή αυτή η Αμφικτυονία των Τεμπών, όπου συμμετείχαν οι πόλεις: Ομόλιον, Αζώρος, Δολίχη, Πύθιον ή Σέλλος, Κύφος, κ.α. Υπήρχε ιερό του Απόλλωνος που σωζόταν μέχρι της εισβολής των Ρωμαίων, όπως το περιγράφει ο Έλληνας ιστορικός Πλούταρχος (45-120 μ.Χ), ο οποίος πληροφορήθηκε ζωντανά την κατάσταση εκείνης της εποχής.
Επίσης, με την διάνοιξη των σηράγγων στα Τέμπη ήλθαν στο φως πολλά και σημαντικά ευρήματα τα οποία προσφέρουν εκτός από ιστορικά στοιχεία και νέους αρχαιολογικούς χώρους στην περιοχή του "Ομολίου". Εκεί βρέθηκε το δεξί πόδι πήλινου κολοσσιαίου αγάλματος, μήκος πέλματος 0,95 μ. (ο αρχαιολόγος Α. Αρβανιτόπουλος υπολογίζει το ύψος του σε 5 μέτρα). Το πόδι φορεί κάτυμμα στερεούμενο με ιμάντες πάνω στους οποίους εικονίζεται ανάγλυφος κεραυνός. Εικάζεται ότι ανήκει σε άγαλμα του Διός στον οποίο θα ήταν αφιερωμένος ιερός Ναός. Όπως είναι γνωστό το ανατολικότερο τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας, που οριζόταν από την Όσσα, το Πήλιο, τον Όλυμπο, τις Κυνός Κεφαλές και τις λίμνες Βοϊβηίδα και Νεσσωνίδα, ονομαζόταν "Δώτιον πεδίον". Προφανώς το όνομα "Δώτιον" προέρχεται από το όνομα του Δία και "Δώτιον πεδίον" σημαίνει περιοχή του Δία. Όπως και το όνομα του πρώτου "Μαντείου της Δωδώνης", που βρισκόταν σ'αυτή την περιοχή, προέρχεται από το όνομα του ΔΙΑ και της συζύγου του ; Θεάς ΔΙΩΝΗΣ (ΔΙΑΣ + ΔΙΩΝΗ = ΔΙΩΔΩΝΗ = ΔΩΔΩΝΗ). Το "Δώτιον πεδίον" ήταν η κοιτίδα όχι μόνο των Αινιάνων, αλλά ολοκλήρου του Ελληνισμού. Οι κάτοικοι της περιοχής αυτής ονομάζονταν Έλλοπες, Σελλοί ή Ελλοί, αλλά και Γραικοί.
[Ο Στράβων (64 π.Χ-24 μ.Χ), Γεωγραφικά (Ζ. 5, 7, 9, 10), αναφέρει ότι: "...της δε Σκοτούσσης εμνήσθημεν και εν τοις περί την Δωδώνης λόγοις και του Μαντείου του εν Θετταλία, διότι περί τούτον υπήρξε τον τόπον...". Ο Σουϊδας (που έγραψε τα Θεσσαλικά) αναφέρει ότι:"...το Μαντείο της Δωδώνης μεταφέρθηκε στην Ήπειρο επί Βασιλείας του Πύρρου...". Ο Απολλόδωρος (180 -110 π.Χ) αναφέρει ότι: "...από τα έλη που υπήρχαν γύρω από το Μαντείο της Δωδώνης, οι γηγενείς κάτοικοι ονομάζονταν Ελλοί αλλά και Σελλοί και η περιοχή γύρω από το Μαντείο ονομαζόταν Ελλοπία...". Ο Πίνδαρος (522-448 π.Χ) αναφέρει ότι: "...Οι Ελλοί είναι αδελφικός τύπος της ίδιας λέξεως Σελλοί και συγγενείς του Έλληνα. Όλη δε η περιοχή γύρω από το Μαντείο ονομαζόταν Ελλοπία...". Ο ΗΣΙΟΔΟΣ (850-800 π.Χ) στο ποίημα "αι Ήοίαι" (γυναικών κατάλογος) αναφέρει ότι: "...στην Ελλοπία, χώρα πλούσια, εύφορη και με πολλά καλλιεργήσιμα εδάφη, ήταν κτισμένη η Δωδώνη, την οποία ο Δίας αγάπησε ιδιαίτερα και θέλησε να ιδρύσει εκεί το Μαντείο του, κατοικώντας εν πυθμένι φηγού...". Ο Γεώργιος Χατζιδάκης (1848- 1941) γλωσσολόγος και ακαδημαϊκός, στο Ημερολόγιο της "Μεγάλης Ελλάδας", σελ. 97-110 (εκδ. 1925) αναφέρει μεταξύ άλλων ότι: "...Η Ελλοπία ήταν περιοχή που απλωνόταν στους πρόποδες του Ολύμπου, όπου πιστεύεται ότι εκεί βρισκόταν το Μαντείο της Δωδώνης...". Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος στην "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", Τ. 1ος, σελ. 81, αναφέρει τα εξής: "...το διδόμενον υπό του Ομήρου εις τους υποφήτας του εν Δωδώνη λατρευομένου Διός, μεθίσταται είς την έννοιαν φυλής Σελλών ή Ελλων, μετά τούτους δε μνημονεύεται και η φυλή των Γραικών..."].
Στην περιοχή αυτή των Τεμπών βρίσκονταν, εκτός από την πόλη Ομίλη ή Ομόλιο (που χρονολογείται την 3η και την 4η χιλιετία π.Χ) και οι πόλεις: Αινεία = Αινιάνες, Μάλλοια = Μαλιείς, Δώριον = Δωριείς, Δώτιον, Πύθιον ή Σέλλος, Δολίχη, Αζώρος, Κύφος, κ.α. Οι Αινιάνες μετά από περιπλάνηση σε πολλές περιοχές της οροσειράς της Πίνδου (Βόρεια μέχρι τον Αώο ποταμό και Νότια μέχρι τα Κίρρα), εγκαταστάθηκαν αρχικά στις όχθες του Ίναχου και στη συνέχεια απλώθηκαν μέχρι τις πηγές του Σπερχειού ποταμού. Στην περιοχή αυτή ίδρυσαν την πόλη Ομίλαι (ή τον όμιλο μικρών οικισμών), αλλά δεν ξέχασαν ποτέ την αρχική τους πατρίδα. Ενοποίησαν την "Πυλαία" Αμφικτυονία (που σύμφωνα με τον Παυσανία ήταν από τους πρώτους που την δημιούργησαν), με την Αμφικτυονία των Δελφών (που κατά ορισμένους ιστορικούς και αυτή ήταν δημιούργημα δικό τους, όταν είχαν εγκατασταθεί στα Κίρρα) και την αρχαία Αφικτυονία των Τεμπών (Πυλαιο-Δελφική-Τεμπών). Χαρακτηριστικό έργο της ενοποίησης ήταν η ιερά οδός που στρώθηκε από τους Δελφούς έως το Ομόλιο στα Τέμπη, για να συνδέει και συμβολικά τα δύο απόμακρα ιερά του Απόλλωνος και την διάνυαν ιερές πομπές, κάθε εννιά χρόνια, στις θρησκευτικές γιορτές των Αμφικτυονιών τα "Σεπτήρια".
Για την πόλη των Αινιάνων «Ομίλαι» (ή των όμιλο μικρών οικισμών), δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα και αυτά που γνωρίζουμε προέρχονται από επιγραφές που βρέθηκαν στους Δελφούς και από τους αρχαίους χάρτες που βρέθηκαν από την παρούσα έρευνα και ορισμένοι από αυτούς παρατίθενται στη συνέχεια. Σχετικά με την πόλη «Ομίλαι» (ή τον όμιλο οικισμών), ο Ιωάννης Γ. Βορτσέλας, καθηγητής φιλόλογος και συγγραφέας του σπάνιου βιβλίου «ΦΘΙΩΤΗΣ» 1907, σελ. 82, αναφέρει τα εξής: «…Όμιλαι (Πτολεμαίος Γ. 42), ής Εθνικόν Ομιλιάδας Βούλαρχοι έν Οίτα «Αριστίων Ομιλιάδας» και «Κρινόλαος Ομιλιάδας»). Και εν άλλη επιγραφή ανευρεθείση εν Δελφοίς (Δελτίο Ελλην. Αλληλογραφίας έτος Χ.Χ 1896 εν σελ. 622, αναγομένη δε εις το έτος 188 πρ. Χρ. αναγράφεται Ιερομνήμων ο «Τιμόμαχος Ομιλιάδας». Τα Οιταϊκά, σύγγραμμα του Νικάνδρου (Αθην. VII, 28, 2 f. 329 και ΙΧ 411), απώλοντο, παρά δε νεωτέροις πραγματείαν έγραψεν ο Emile Hubnor (Hermes Τόμος VII. 1873, σελ. 380 – 392)».
Οι αρχαίοι Χάρτες που ακολουθούν απεικονίζουν την περιοχή όπου ευρίσκετο η αρχαία πόλη (ή Όμιλος μικρών οικισμών) των Αινιάνων, με την ονομασία «Ομίλαι» (Homile). Σε όλους τους Χάρτες που αναρτήθηκαν, αλλά και σε άλλους παρόμοιους που δεν έχουν αναρτηθεί ακόμη, η αρχαία πόλη Ομίλαι (Homile) απεικονίζεται Δυτικά της Υπάτης (στις πηγές του Σπερχειού) και όχι Ανατολικά της Υπάτης, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι ιστορικοί ερευνητές. Μάλιστα δύο από αυτούς τους αρχαίους Χάρτες που αναρτήθηκαν είναι πιο συγκεκριμένοι, ο ένας αναγράφει Ομίλαι -Πουγκάκι (Homilae- Pugaki) και ο άλλος Σπερχειού πηγές Ομίλαι (Sperchi fons Homile).
Gerardus Mercator: MACEDONIA, EPIRUS,ET ACHAIA, Amsterdam, 1620 [36x36 cm] |
Gerardus Mercator: Nova Totius, Graeciae descripto, Amsterdam, 1620 [www.raremaps.com] |
Joan Blaeu (1596 - 1673): ΜACEDONIA, EPIRUS, ΕΤ ΑΧΑΪΑ - Atlas Maior, Άmsterdam, 1659 [41x49cm] |
"Macedonia, Epiro, Livadia, Albania, Divise nelle sue patrie principalt"- Giacomo Cantelim da Vigola- Giacomo Giovani Rossi, 1684 [www.raremaps.com] |
"Voyage du Jeune Anacharsis en Grece", Barthelemy Jean-Jacques [Paris: De Bure I΄aine, 1789, Sothebys΄s: Printed Books, Drawings and Maps, 2000 [U S A] |
Η Μεγάλη Χάρτα της Ελλάδος (ολόκληρη έχει διαστάσεις 2,10 Χ 2,07) "... νυν πρώτον εκδοθείσα ... χάριν των Ελλήνων και Φιλελλήνων, Βιέννη 1797, Ρήγας Βελεστινλής" |
"Griechenlant unt die Ionischen Inseln mit Beachtung der Klassischen Zeit", PERTHES, 1854 |
Ο Παραπάνω Χάρτης προσδιορίζει επακριβώς την θέση της αρχαίας πόλης των Αινιάνων Ομίλαι (ή του ομίλου των μικρών οικισμών), αναγράφοντας εκτός από το όνομα της αρχαίας πόλης Ομίλαι και το όνομα του σημερινού οικισμού Πουγκάκια (Ηomilae - Pugaki). Ο σημερινός οικισμός Παλαιοχώρι Τυμφρηστού (Ομιλαίων) Φθιώτιδος μέχρι το 1946 ήταν συνοικισμός των Πουγκακίων και το όνομά του μας παραπέμπει σε αυτό το "παλαιό χωριό", που υπήρχε στην αρχαιότητα στην ίδια τοποθεσία. Επίσης, στην ίδια θέση που βρίσκεται σήμερα το Γαρδίκι Ομιλαίων και ειδικότερα ή Βόρεια πλευρά του σημερινού οικισμού, υπήρχε το οχυρωματικό τείχος και η φρουρά της πόλης Ομίλαι (ή του ομίλου των μικρών οικισμών). Ίχνη αυτής της φρουράς είναι και οι εναπομείναντες πελεκητοί ογκόλιθοι που βρίσκονται σήμερα στις θέσεις: "Μάρμαρα ή Σπαρτιά¨, "Χάνι Στεργιάκη", "Μύλος", κ.α, στο Γαρδίκι Ομιλαίων. Το σημερινό όνομα του Γαρδικίου Ομιλαίων προέρχεται από το όνομα αυτής της φρουράς της αρχαίας πόλης των Αινιάνων ή τον Όμιλο μικρών οικισμών (Garde = Φρουρά, Gardist = Φρουρός, Homilae = Όμιλος οικισμών = Γαρδίκι Ομιλαίων).
"Accurata Totius Archipelagi et Graecie Universae. Tabula Multis locis Hodiernis Recns Austa et Corecta". Frederick de Wit, 1680. Στον παραπάνω Χάρτη, όπως και σε όλους τους Χάρτες που έχουν αναρτηθεί αλλά και σε αυτούς που δεν έχουν αναρτηθεί ακόμη, απεικονίζεται η αρχαία πόλη των Αινιάνων Ομίλαι (ή Όμιλος μικρών οικισμών) στις "πηγές του Σπερχειού", μάλιστα στο Χάρτη αυτό αναγράφεται: Sperchi fons - Homile (Σπερχειού πηγές - Ομίλαι). Με δεδομένα ότι: 1/ Οι Αινιάνες σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τον Παυσανία και άλλους αρχαίους συγγραφείς, εγκαταστάθηκαν αρχικά στις όχθες του παραποτάμου του Σπερχειού Ίναχου (στη σημερινή θέση "Σπαρτιά" του Γαρδικίου Ομιλαίων) και εν συνεχεία απλώθηκαν μέχρι τις "πηγές του Σπερχειού" (διότι πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Αχιλλέα και σύμφωνα με τον Παυσανία υπερηφανεύονταν γι'αυτό). 2/ Όλοι οι αρχαίοι χάρτες που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα απεικονίζουν την πόλη Ομίλαι (ή τον Όμιλο μικρών οικισμών των Αινιάνων) να βρίσκονται σε αυτή την περιοχή, ένας δε από τους Χάρτες αυτούς αναγράφει Homilae Pugaki (Ομίλαι - Πουγκάκι). 3/ Στη θέση που βρίσκεται σήμερα το Παλαιοχώριον Τυμφρηστού (Ομιλαίων) Φθιώτιδος (μέχρι το 1946 ήταν συνοικισμός των Πουγκακίων), υπήρχε αρχαίος οικισμός με τελευταία ονομασία "Σελλάκια ή Σουλλάκια". 4/ Στην περιοχή που βρίσκονταν τα "Σελλάκια ή Σουλλάκια" υπάρχει πηγή με την ονομασία "Κεφαλόβρυσο" και σε απόσταση 5-6 χιλιόμετρα περίπου υπάρχει άλλη πηγή με την ονομασία "Κούτσουρο" (αναβλύζουν 30 & 50 λίτρα νερό το δευτερόλεπτο, αντιστοίχως, τον μήνα Αύγουστο). 5/ Τα νερά από τις δύο αυτές πηγές, μαζί με τα υπόλοιπα νερά της περιοχής, καταλήγουν στον έναν από τους δύο βασικούς παραποτάμους του Σπερχειού, τον "Ρουστιανίτη", που παλαιότερα ονομαζόταν "Έλληνας". 6/ Την δεκαετία του 1970, σε κοντινή απόσταση και συγκεκριμένα στη θέση "πηγαδούλια", βρέθηκε τυχαία από κάτοικο της περιοχής ένας λίθινος αμφίστομος πέλεκυς, που ήταν ιερό όργανο του θυσιαστηρίου και έπαιζε σημαντικό ρόλο στην τελετουργία της θυσίας. 7/ Το τοπίο συνθέτει στο σύνολό του μία χρωματική αρμονία, μία φυσική μαγεία και ένα μεγαλείο που είναι αδύνατο να περιγράψει και η πιο ρομαντική φαντασία. Για όλους αυτούς τους λόγους και άλλους που αναφέρονται στις σελίδες: www.paleochori.gr, οι κάτοικοι της γύρω περιοχής, αλλά και ορισμένοι ιστορικοί ερευνητές, πιστεύουν ότι κοντά σε αυτές τις πηγές του Σπερχειού ποταμού βρίσκεται το Τέμενος και ο ευωδιαστός Βωμός που αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Ψ. 141-148). Για την εγκατάσταση των Αινιάνων στις όχθες του Ίναχου (σημερινή θέση "Σπαρτιά ή Μάρμαρα" Γαρδικίου Ομιλαίων), ο μεγάλος Έλληνας ιστορικός Πλούταρχος (46-120 μ.Χ), "Κεφαλαίων καταγραφή Αίτια Ελληνικά" (ΤΟΜ. ΙΙ, ΧΙΙΙ), αναφέρει τα εξής: "Πλείονες γεγόνασιν Αινιάνων μεταναστάσεις. Πρώτον μεν γαρ οικούντες περί το Δώτιον πεδίον εξέπεσον υπό Λαπιθών εις Αίθικας, (παρά την Πίνδον οικούντας). Εκείθεν της Μολοσσίας την περί την Αραούαν χώραν κατέσχον, όθεν ωνομάσθησαν Παραούαι. Μετά ταύτα Κίρραν κατέσχον, εν δε Κίρρη καταλεύσαντες Οίνοκλον τον Βασιλέα του θεού προστάξαντος, εις την περί τον Ίναχον χώραν κατέβησαν οικουμένην υπό Ιναχιέων και Αχαιών..." Και συνεχίζει ο Πλούταρχος, σύμφωνα με τον χρησμό του θεού Απόλλωνος που είχε δοθεί στους «Ιναχιείς», ότι αν δώσουν στους Αινιάνες ένα μέρος από τη χώρα τους με τη θέλησή τους θα την χάσουν ολόκληρη, στους δε Αινιάνες είχε δοθεί χρησμός ότι αν πάρουν από τους «Ιναχιείς» ένα μέρος από από τη χώρα τους χωρίς βία, θα καταλάμβαναν ολόκληρη τη χώρα των «Ιναχιέων» («…γενομένου δε χρησμού τοις μεν αν μεταδώσι της χώρας αποβαλείν άπασαν, τοις δ’ αν λάβωσι παρ’ εκόντων καθέξειν…»). Την επαλήθευση του χρησμού ανέλαβε ο Τέμων, ένας έξυπνος Αινιάνας (ανήρ ελλόγιμος). Αφού ντύθηκε ζητιάνος πλησίασε το στρατόπεδο των Ιναχιέων και ζητούσε ελεημοσύνη από τους φρουρούς. Αυτοί τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον βασιλιά τους «Υπέροχο», ο οποίος για να τον περιπαίξει του έδωσε αντί για τεμάχιο ψωμιού ένα σβώλο χώμα. Ο Τέμων τον ευχαρίστησε και έβαλε τον σβώλο με το χώμα στο σάκο που είχε κρεμασμένο στην πλάτη του και έφυγε ευχαριστημένος. Όταν όμως ο Υπέροχος κατάλαβε το πάθημα του, γιατί θυμήθηκε τον χρησμό, θέλησε να συλλάβει τον ζητιάνο αλλά αυτός εν τω μεταξύ είχε φθάσει στο στρατόπεδο των Αινιάνων, με τη βοήθεια του θεού Απόλλωνος και παρέδωσε το σβώλο χώμα στο βασιλιά του Φήμιο. Το επεισόδιο αυτό ήταν αφορμή για να μονομαχήσει ο βασιλιάς των Ιναχιέων Υπέροχος με τον βασιλιά των Αινιάνων Φήμιο. Όταν οι δύο μονομάχοι πλησίασαν ο ένας τον άλλον, ο Φήμιος είπε στον Υπέροχο ότι δεν είναι σωστό να συνοδεύεται από βοηθό, εννοώντας τον σκύλο που τον ακολουθούσε. Ο Υπέροχος όμως δεν κατάλαβε και γύρισε να δει ποιος είναι ο βοηθός του, τότε ο Φήμιος τον κτύπησε με ένα λιθάρι και τον φόνευσε («…λίθω βαλών ο Φήμιος αυτόν αναιρεί…»). Οι Ιναχιείς θεώρησαν αυτή τη νίκη θέλημα Θεού και παραχώρησαν ολόκληρη τη χώρα τους στους Αινιάνες. Οι Αινιάνες έκτισαν στο σημείο της μονομαχίας Βωμό προς τιμήν του θεού Απόλλωνος και θυσίαζαν κάθε χρόνο έναν ταύρο. Το καλύτερο κομμάτι του ταύρου, που το ονόμαζαν πτωχικόν κρέας («...τι το πτωχικόν κρέας παρ' Αινιάσι...»), σε ανάμνηση «του ζητιάνου Τέμωνος», το έδιναν στους απογόνους του. (Περισσότερα για τους Αινιάνες: Βλ. Σελίδα, Αρχαία Ελληνικά φύλα, www.paleochori.gr ). |
Όπως προκύπτει από την παραπάνω γλαφυρή περιγραφή του μεγάλου Έλληνα ιστορικού Πλούταρχου (45 -120 μ.Χ), οι Αινιάνες μετά από πολλές περιπλανήσεις εγκαταστάθηκαν στις όχθες του «Ίναχου» [Ο Πλούταρχος γεννήθηκε και έζησε στη Χαιρώνεια Βοιωτίας, λίγα χρόνια μετά την υποδούλωση της Ελλάδος από τους Ρωμαίους. Λέγεται ότι μυήθηκε στα μυστήρια του Απόλλωνος και ήταν πρεσβύτερος των ιερέων του Απόλλωνος στο Μαντείο των Δελφών, όπου ήταν υπεύθυνος για την ερμηνεία των χρησμών της Πυθίας, αξίωμα που κράτησε 29 έτη, μέχρι τον θάνατό του. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Χαιρώνεια Βοιωτίας και είχε ζωντανές πληροφορίες για τα γεγονότα που συνέβησαν εκείνη την περίοδο στην περιοχή]. Στο σημείο που εγκαστάθηκαν οι Αινιάνες έγινε μονομαχία μεταξύ του βασιλιά των Αινιάνων Φήμιου και τον βασιλιά των «Ιναχιέων» Υπέροχου (με νικητή τον βασιλιά των Αινιάνων Φήμιο). Επίσης, στο σημείο της μονομαχίας οι Αινιάνες έκτισαν Βωμό προς τιμήν του Απόλλωνος και θυσίαζαν κάθε χρόνο έναν ταύρο. Που ευρίσκετο όμως το σημείο της μονομαχίας και ο Βωμός που έκτισαν οι Αινιάνες προς τιμήν του Απόλλωνος ; Είναι ένα θέμα που θα πρέπει να απασχολήσει, όχι μόνο τους Προέδρους των Πολιτιστικών Συλλόγων και τον Πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας του Γαρδικίου Ομιλαίων, αλλά και τους άλλους Προέδρους των Πολιτιστικών Συλλόγων των γειτονικών «αδελφών» χωριών: Παλαιοχωρίου, Πουγκακίων, Καναλίων, Πιτσίου, Λευκάδος Φθιώτιδος, Πλατάνου (Στάγιας), οι οποίοι θα πρέπει να ζητήσουν από την αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία (ΙΔ΄ ΕΠΚΑ Λαμίας), να συμπεριλάβει άμεσα και την θέση αυτή στον κατάλογο των προς ανασκαφή διερεύνηση χώρων.
Από τα στοιχεία που προέκυψαν, από την παρούσα έρευνα, το πιο πιθανό σημείο της μονομαχίας είναι το ύψωμα στη θέση «Σπαρτιά ή Μάρμαρα» όπου είχε στρατοπεδεύσει ο στρατός (Α.Μ.Α.Κ) του Αριστείδη Κρανιά το 1947, δίπλα από τα εναπομείναντα ίχνη του οχυρωματικού τείχους της φρουράς της πόλης «Ομίλαι» (ή του ομίλου των οικισμών). Το ύψωμα αυτό έχει τις προϋποθέσεις για μια μονομαχία αλλά και για να στηθεί ιερό Τέμενος με Βωμό, διότι και επίπεδο είναι και πανοραμικό. Επίσης, στα πρανή αυτού του υψώματος στη θέση που σήμερα ονομάζεται «πηγαδούλια» βρέθηκε τυχαία, πριν 30 χρόνια περίπου, ένας λίθινος αμφίστομος πέλεκυς από τον αγρότη κάτοικο της περιοχής Σπύρο Γ. Αλεξίου. Αυτός, μη γνωρίζοντας την αξία του σπουδαίου αυτού ευρήματος, τον έδωσε στον μικρό τότε γιο του να τον χρησιμοποιήσει για παιγνίδι και εκείνος δυστυχώς χτυπώντας τον λίθινο πέλεκυ με ένα σφυρί τον έκανε μικρά κομμάτια. Όπως είναι γνωστό ένα από τα ιερά όργανα του θυσιαστηρίου ήταν και ο λίθινος αμφίστομος πέλεκυς, που έπαιζε σημαντικό ρόλο στην τελετουργία της θυσίας. Ο διπλός πέλεκυς είχε σπουδαία θρησκευτική σημασία για πολλούς αρχαίους λαούς της Μεσογειακής λεκάνης. Σχετιζόταν, είτε ως σύμβολο του κεραυνού και του θεού που τον εκσφενδόνιζε, είτε ως αναθηματικό αντικείμενο, είτε χρησιμοποιείτο για τη θυσία του ιερού ταύρου.
|
Φωτο: Γιάννης Δημ. Παπαναγιώτου. Έτος: 1978, (Βιβλ." Ο Αϊ-λιάς του Παλαιοχωρίου"). Τα εικονιζόμενα τμήματα από μαρμάρινους γλυπτούς κίονες που βρίσκονταν στον Ιερό Ναό του διαλυμένου Μοναστηριού του Προφήτη Ηλία στο Παλαιοχώρι και φυλάσσονταν στο Ιερό της Εκκλησίας κάτω από την Αγία Τράπεζα, τουλάχιστον μέχρι τα τελευταία δύο - τρία χρόνια, δυστυχώς δεν υπάρχουν στη θέση τους σήμερα. Πρόκειται για τμήματα από κίονες προχριστιανικού Ναού ή Βωμού, που υπήρχε στην αρχαιότητα στην ίδια θέση που βρίσκεται σήμερα ο Ιερός Ναός του διαλυμένου Μοναστηριού του Προφήτη Ηλία ή να μεταφέρθηκαν εκεί αργότερα. Προφανώς στους κίονες αυτούς κρύβεται η ιστορία όχι μόνο του Παλαιοχωρίου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής που κατοικούσαν οι Αινιάνες από το 1200 π.Χ. Ενδεχομένως τα τμήματα αυτά από τους μαρμάρινους γλυπτούς κίονες να έχουν σχέσει με τον Βωμό που έκτισαν οι Αινιάνες προς τιμήν του Απόλλωνος, στο σημείο που έγινε η μονομαχία του βασιλιά των Αινιάνων "Φήμιου" με τον βασιλιά των Ιναχιέων "Υπέροχο". |
Στη Βόρεια πλευρά του Γαρδικίου Ομιλαίων (από τη θέση «Μαρμαρα ή Σπαρτιά» μέχρι την θέση «Μύλος», εκεί όπου σήμερα υπάρχουν ίχνη αρχαίου οχυρωματικού τείχους), υπήρχε η Εθνοφρουρά της πόλης «Ομίλαι» (ή του Ομίλου των μικρών οικισμών). Από αυτό το οχυρωματικό τείχος και την Φρουρά - Εθνοφρουρά της πόλης «Ομίλαι» προέκυψε η ονομασία του σημερινού οικισμού «Γαρδίκι Ομιλαίων» (Garde = Φρουρά – Εθνοφρουρά, Gardist = Γαρδίκι = Φρουρός – Εθνοφρουρός της πόλης «Ομίλαι» = «Γαρδίκι Ομιλαίων». Επίσης, στην Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη αναφέρονται τα εξής: «…Επί της αρχαίας Όμίλου της επικτήτου Αιτωλίας, λείψανα τειχών της οποίας διατηρούνται, κείται το Γαρδίκι Ομιλαίων…».
Το όνομα Γαρδίκι, σύμφωνα με το μεγάλο Γερμανικό λεξικό DUDEN, προέρχεται από την αρχαία Γερμανική λέξη Gardist (Γκάρντιστ), που σημαίνει Εθνοφρουρός - Εθνοφύλακας - Μέλος Τιμητικής Φρουράς. [ Gard (Γκάρντ) = Φρουρός, Garde (Γκάρντε) = Φρουρά (Εθνοφρουρά - Εθνοφυλακή) και Gardist (Γκάρντιστ) = Γαρδίκι (Εθνοφρουρός - Εθνοφύλακας - Μέλος Τιμητικής Φρουράς)]. Δηλαδή Γαρδίκι Ομιλαίων σημαίνει Εθνοφρουρός, Εθνοφύλακας της αρχαίας πόλης «Ομίλαι» (ή του ομίλου των μικρών οικισμών), που βρίσκονταν στην αρχαιότητα στην περιοχή αυτή. Πότε ακριβώς δόθηκε το όνομα Gardist (Γκάρντιστ) = Γαρδίκι και από ποίους δεν είναι εξακριβωμένο. Το πιο πιθανό είναι από την εισβολή των «Γαλατών», οι οποίοι ήσαν αρχαία Γερμανικά φύλα και όσες οχυρωμένες πόλεις συνάντησαν με το σύστημα της αυτοφρούρησης (Εθνοφρουράς – Εθνοφυλακής), τις ονόμασαν Gardist (Γκάρντιστ) = Γαρδίκι.
Υπάρχει όμως το ενδεχόμενο η ονομασία αυτή να δόθηκε από τους Ρωμαίους ή ακόμη και από τους Σλάβους, διότι τις Γερμανικές λέξεις: Garde = Φρουρά, Gard = Φρουρός - Φύλακας, Garndist = Εθνοφρουρός – Εθνοφύλακας, εκτός από την Γερμανία, τις χρησιμοποιούν όλες οι λατινόφωνες χώρες της Ευρώπης: Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Αλβανία κ.α. Επίσης, τις λέξεις αυτές τις χρησιμοποιούν οι Σέρβοι, και οι Βούλγαροι, που τις πήραν από τους αρχαίους Γερμανούς (Πρωτοκέλτες) που ήλθαν σε σχέσεις με τους Βαλτοσλάβους της Βαλτικής και τους άλλους λαούς των Βαλκανίων. Μάλιστα τον 3ον αιώνα π.Χ, ένα συνονθύλευμα των αρχαίων Γερμανικών φυλών, με κοινό όνομα «Γαλάτες», αφού λεηλάτησαν την Ιλλυρία (αρχαία Αλβανία), περιοχή που βρίσκεται σήμερα η Κροατία, το Μαυροβούνιο, το Κόσοβο, (που εκείνη την περίοδο ήταν μέρος της Σερβίας), ίδρυσαν εκεί ένα μικρό βασίλειο. Αργότερα εισέβαλαν στην Μακεδονία όπου τους αντιμετώπισε ο Μακεδόνας Στρατηγός Σωσθένης και δεν τους άφησε να εγκατασταθούν στην Μακεδονία. Όμως το 279 π.Χ, οι «Γαλάτες» με αρχηγό τους τον Βρέννο Β΄, έχοντας ως στόχο το Μαντείο των Δελφών, όπου υπήρχαν πολλά χρήματα σε νομίσματα και αφιερώματα σε αργυρό και χρυσό, εξεστράτευσαν εκ νέου κατά της Ελλάδος (Για την εκστρατεία αυτή των Γαλατών, Βλ. Σελίδα Γαλάτες - Κοκκάλια, www.paleochori.gr).
Η άποψη ότι η λέξη Γκαρντίστ = Γαρδίκι είναι Σλαβική και σημαίνει Τελωνείο δεν ευσταθεί, αφενός διότι το μεγάλο Γερμανικό λεξικό DUDEN, τις λέξεις Γκάρντε (Garde), που σημαίνει Φρουρά και Γκαρντίστ (Gardist), που σημαίνει Εθνοφρουρός, τις αναφέρει ως Γερμανο-Γαλλικές λέξεις (germ.– fr) [όπως είναι γνωστό οι κάτοικοι της Γαλλίας, που είναι εγκατεστημένοι στην περιοχή του Σικουάνα, είναι αρχαίοι Γερμανοί – Κέλτες] και αφετέρου διότι στο Σερβο-Ελληνικό λεξικό η λέξη Γκάρντιστ σημαίνει «Εύζωνας», δηλαδή Εθνοφρουρός (Τιμητική φρουρά). Επίσης, στο Βουλγαρο-Ελληνικό λεξικό η λέξη Γκάρντιστ σημαίνει Εθνοφρουρός-Εθνοφύλακας (Βλ. Παρακάτω Συνημμένα Φωτοαντίγραφα Λεξικών).
Αν ερευνήσουμε μερικούς οικισμούς από τους σημερινούς που έχουν το όνομα «Γαρδίκι», θα διαπιστώσουμε ότι στην αρχαιότητα στην ίδια τοποθεσία υπήρχαν πόλεις με καλή οχύρωση. Ενδεικτικά θα αναφέρω μερικές από αυτές 1. Γαρδίκι Ομιλαίων, όπως προαναφέρθηκε, υπήρχε οχυρωματικό τείχος και Εθνοφρουρά της πόλης «Ομίλαι», ή του ομίλου των οικισμών, που βρισκόταν στην ίδια περιοχή που πρωτο-εγκαταστάθηκαν οι Αινιάνες περί το 1200 π.Χ. 2. Γαρδίκι Πελασγίας, υπήρχε η Εθνοφρουρά – Εθνοφυλακή της αρχαίας πόλης «Λάρισα Κρεμαστή» (Σήμερα σώζονται ερείπια φρουρίου - κάστρου με οχυρωματικά Πελασγικά τείχη, στην ίδια θέση όπου σύμφωνα με τον Όμηρο ήταν η αρχαία πόλη «Πελασγικόν Άργος») 3. Γαρδίκι Αιθήκων (Τρικάλων), μνημονεύεται αρχαίο οχυρωματικό τείχος, στην ίδια θέση που βρίσκεται ο σημερινός οικισμός Παλαιοχώρι, όπου βρέθηκαν νομίσματα του «Βασιλείου της Αθαμανίας» 4. Μεγάλο Γαρδίκι Ιωαννίνων, υπήρχε η Εθνοφρουρά – Εθνοφυλακή της αρχαίας πόλης «Πασσαρών», όπου ήταν το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο των «Μολλοσών». (Σήμερα σώζεται οχυρωμένος οικισμός-ακρόπολη στην κορυφή του λόφου Μ. Γαρδικίου). 5. Γαρδίκι Σουλίου Θεσπρωτίας, υπήρχε η Εθνοφρουρά – Εθνοφυλακή της αρχαίας πόλης «Εφύρα», η οποία μετονομάσθηκε το 343-342 π.Χ από τους Μακεδόνες σε «Κίχυρο», όπως ήταν το παλαιό της όνομα. (Σήμερα σώζονται λείψανα αρχαίου οικισμού και αρχαία οχυρωματικά τείχη του 4ου π.Χ αιώνα) 6. Γαρδικάκι Οίτης (από το 1930 ονομάζεται Οίτη), πάνω από το χωριό υπάρχει αρχαίο οχυρωματικό τείχος της αρχαίας πόλης «Οίτη» 7. Γαρδίκι -Άμφεια Μεσσηνίας (Μονή Γενεσίου Θεοτόκου), υπήρχε Εθνοφρουρά - Εθνοφυλακή της αρχαίας πόλης Άμφεια κ.ο.κ. Συνεπώς, όπου υπάρχει σήμερα οικισμός με την ονομασία «Γαρδίκι», θα πρέπει να αναζητηθεί οχυρωματικό τείχος και το όνομα της πόλης που υπήρχε στην αρχαιότητα στην ίδια περιοχή.
Όσον αφορά τις άλλες εκδοχές για την ονομασία του Γαρδικίου, ότι δηλαδή η λέξη «Γαρδίκι» παράγεται από την αρχαία Σλαβική λέξη Grad, που σημαίνει πόλη και την συναντάμε σε ονομασίες Σλαβικών πόλεων, όπως για παράδειγμα: Πετρο-γκράντ, Λενι-γκράντ, Μπεο-γκράντ (Βελιγράδι) κ.λ.π, καθώς και άλλες ερμηνείες, όπως αυτή του Κραμβο-λάχανο που έγινε Καρμπο-λάχανο!!! είναι ανάξιες σχολιασμού. Διότι η ονομασία «Γαρδίκι» δεν προέρχεται από την λέξη Grad που σημαίνει πόλη, αλλά από την λέξη Gard που σημαίνει φρουρός-φύλακας, όπως για παράδειγμα ο Body-Gard (Μπόντι-Γκάρντ) που σημαίνει σωματο-φύλακας. Προφανώς πρόκειται για παρεξήγηση, διότι είναι δύο διαφορετικές λέξεις με διαφορετικές έννοιες. Επίσης, η λέξη Garde = Φρουρά – Εθνοφρουρά – Τιμητική φρουρά και η λέξη Gardist = Γαρδίκι, που σημαίνει Φρουρός – Εθνοφρουρός, όπως προαναφέρθηκε, είναι αρχαίες Γερμανικές λέξεις τις οποίες χρησιμοποιούν όλοι οι λαοί της Ευρώπης, οι Σλάβοι και οι Βούλγαροι. (Βλ. Συνημ. Φωτοαντίγραφα λεξικών):
1. Γερμανικό λεξικό DUDEN
2. Γαλλο-ελληνικό λεξικό
3. Αγγλο-ελληνικό λεξικό
4. Ιταλο-ελληνικό λεξικό
5. Ελληνο-αλβανικό λεξικό
6. Σερβο-ελληνικό λεξικό
7. Βουλγαρο-ελληνικό λεξικό
Όπως προαναφέρθηκε, το Γαρδίκι Ομιλαίων και ειδικότερα η βόρεια πλευρά του (η σημερινή συνοικία του Αγίου Αθανασίου), που ξεκινάει από τις όχθες του Ίναχου, συνεχίζει στη θέση «Σπαρτιά ή Μάρμαρα» και καταλήγει στη θέση «Μύλος», είχαν εγκατασταθεί οι Αινιάνες από το 1.200 π.Χ. Στη συνέχεια απλώθηκαν μέχρι τις «πηγές του Σπερχειού», σε πόλη ή όμιλο μικρών οικισμών με την ονομασία «Ομίλαι» (Βλ. Αρχ. Χάρτες), διότι πίστευαν ότι ήταν απόγονοι του Αχιλλέα και μάλιστα υπερηφανεύονταν γι’αυτό (Παυσανίας 10. 2, 8). Οι Αινιάνες είχαν μεγάλη λατρεία προς το πρόσωπο του Αχιλλέα και του γιου του Νεοπτόλεμου: («…όντες εκ καθαροτάτου Ελληνικού αίματος άτε καταγόμενοι από του Αχιλλέως…») και κάθε τέσσερα χρόνια που τελούνταν τα «Πύθια» στους Δελφούς έστελναν γυναίκα «άμεμτης ηθικής» που είχε και τους δύο γονείς της εν ζωή για να προσφέρει θυσίες εντός του Ναού του θεού Απόλλωνος (Απλού) υπέρ του Νεοπτολέμου, γιου του Αχιλλέα: («…Πυθαϊδα, πέμπουσι Αινιάνες Νεοπτολέμου τω Αχιλλέως…» Ιστ. Ηλιόδωρος 3ος αιώνας). Είναι γεγονός ότι οι Αινιάνες όταν μετακινήθηκαν στην περιοχή της Ηπείρου ανέπτυξαν δεσμούς με τους «Μολοσσούς», των οποίων Βασιλιάς ήταν ο γιος του Νεοπτόλεμου «Μολοσσός» και πιθανότατα ενσωμάτωσαν ένα μέρος του πληθυσμού τους. Επίσης, είναι γεγονός ότι μετά την εγκατάστασή τους στις «πηγές του Σπερχειού» και την ευρύτερη περιοχή, η επικοινωνία τους με τους ομοφύλους τους στην περιοχή της Ηπείρου ήταν συχνή και αδιάλειπτη, από τους αρχαίους – προϊστορικούς χρόνους μέχρι και τις νεότερες εποχές. (Οι πλειονότητα των σημερινών κατοίκων της Δυτικής Φθιώτιδος, της ορεινής Ναυπακτίας μέχρι τους Δελφούς και την Ναύπακτο, είναι από τις περιοχές της Δωδώνης, του Σουλίου και της ευρύτερης περιοχής της Θεσπρωτίας). Οι Αινιάνες, από τις «πηγές του Σπερχειού» στη Δυτική Φθιώτιδα και δια μέσου της οροσειράς της Πίνδου φθάνανε όχι μόνο μέχρι την Δωδώνη της Ηπείρου, αλλά και μέχρι τον Θύαμη ποταμό (Καλαμά), και τις παραλιακές περιοχές της Βορείου Ηπείρου.
Τον 3ον αιώνα (280 π.Χ), οι Αινιάνες υπετάγησαν από τους Αιτωλούς και προσεχώρησαν κατ’ ανάγκη στην «Ατωλική Συμπολιτεία», όπως ονομαζόταν το «Κοινόν των Αιτωλών». Η υποταγή των Αινιάνων από τους Αιτωλούς υπήρξε καταστρεπτική, καθώς ολόκληρες πόλεις ισοπεδώθηκαν όπως η Μακρακώμη, η Σπέρχειαι, η Λαπίθη η Λάτυια οι Ερυθρές κ.α. Για τον λόγο αυτό οι Αινιάνες δέχθηκαν τους Ρωμαίους σαν ελευθερωτές. Μετά την υποταγή της Ελλάδος στους Ρωμαίους, διαλύθηκε η «Αιτωλική Συμπολιτεία» και οι Αινιάνες επανέκτησαν το «Κοινόν» τους, το οποίο διατήρησαν μέχρι το 27 π.Χ, όταν ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος το κατάργησε και τους προσάρτησε στο «Κοινόν των Θεσσαλών», με έδρα την Λάρισα. Από τότε οι Αινιάνες αρχίζουν να συγχωνεύονται με άλλα Ελληνικά Ηπειρωτικά κυρίως φύλα (Αθαμάνες, Αίθικες, Μολοσσούς, Θεσπρωτούς κ.α) και πλέον δεν αναφέρονται ως ξεχωριστό φύλο. Όμως πολλοί ιστορικοί ερευνητές θεωρούν τους σημερινούς «Σαρακατσάνους» συνέχεια των Αινιάνων, όπως ο Παναγιώτης Αραβαντινός (1811- 1870) ο οποίος ασχολήθηκε με την ιστορία των «Σαρακατσάνων» και τους θεωρεί: «…λείψανα των αρχαίων νομάδων Αινιάνων και Ηπειρωτών, ως καταδεικνείεται εκ των Εθνικών αυτών χαρακτηριστικών της γλώσσης δηλαδή, των ηθών και της φυσιογνωμίας […] καταχρηστικώς αποκαλούνται Σαρακατσάνοι, διότι ορμώνται εξ Ελλήνων και αυτόχρημα Έλληνες εισί…». Η άποψη αυτή, ότι δηλαδή οι «Σαρακατσάνοι» είναι απόγονοι των Αινιάνων, ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι Αινιάνες ήταν το μοναδικό ίσως αρχαίο Ελληνικό φύλο που όχι μόνο δεν διώχθηκε από τους Ρωμαίους, αλλά έτυχε και σχετικής «εύνοιας» (απελευθερώθηκε από τους Αιτωλούς και επανέκτησε το «Κοινόν» του, γι’αυτό είχε άριστες σχέσεις με τους Ρωμαίους, τους οποίους θεωρούσε ελευθερωτές του). Σε αντίθεση με άλλα Ελληνικά φύλα όπως οι Αιτωλοί, οι Θεσσαλοί, οι Μακεδόνες, οι Ηπειρώτες, οι Κορίνθιοι (146 π.Χ) κ.ά, που συγκρούσθηκαν με τον Ρωμαϊκό στρατό και αρκετοί από τους επεζήσαντες, ειδικότερα οι αξιωματικοί και οι πολιτικοί Διοικητές, μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στη Ρώμη. Ο Ιωάν, Βορτσέλας στο βιβλίο του «ΦΘΙΩΤΙΣ» 1907, σελ. 173, αναφέρει τα εξής: «…τότε πολλαί Θεσσαλικαί πόλεις είχον κατασταθή ένοχοι απέναντι του νικητού, ελεηλατήθησαν υπό του Ρωμαϊκού στρατού, τα δε οχυρώματα της Δημητριάδος κατεδαφίσθησαν (Διόδ. ΛΑ, 8, 3. Γεωγρ. Συγκλ. 267 και έξ), ωσαύτως ελεηλατήθησαν 70 πόλεις της Ηπείρου, οι δε κάτοικοι 70.000 τον αριθμόν, επωλήθησαν δίκην ανδραπόδων (Πολύβ. Λ. 14, 1 - 7 και έξ. Λίβ. ΧLV, 33 και 34. Πλούταρχος, Αιμ. 29, 20)…».
Οι Αινιάνες ως κατεξοχήν νομαδικός–ποιμενικός λαός (ο Στράβων: Θ.V.12, τους ονομάζει «μετανάστες» λόγω του νομαδικού–ποιμενικού τους χαρακτήρα) αναγκάστηκαν, έπειτα από συνεχείς ληστρικές επιδρομές γειτονικών λαών, να εγκαταλείψουν τα πεδινά και να μετακινηθούν προς τα ορεινά των Βαρδουσίων, του Τυμφρηστού, των Αγράφων, της οροσειράς της Πίνδου (Αθαμάνια όρη και άλλες δυσπρόσιτες περιοχές). Η περιοχή που βρίσκεται σήμερα το Γαρδίκι Ομιλαίων και τα άλλα γειτονικά χωριά, όπου ήταν εγκατεστημένοι οι Αινιάνες, από το 1.200 π.Χ, για μεγάλη περίοδο είχε ερημώσει. Διότι η αχανής έκταση της Ρωμαϊκής και αργότερα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας είχε αδυναμία στα μέτρα προστασίας των απομακρυσμένων επαρχιών της, με αποτέλεσμα να εισβάλουν από καιρού εις καιρόν στίφη γειτονικών λαών και να λεηλατούν τις απομακρυσμένες επαρχίες. Στην περιοχή της Φθιώτιδος υπήρξαν πολλές επιδρομές βαρβάρων με καταστροφές και λεηλασίες της υπαίθρου. Θα αναφέρω επιγραμματικά μερικές από αυτές: Το 251 μ.Χ, το 263 μ.Χ, το 287 μ.Χ, οι Γότθοι (αρχαία Γερμανικά φύλα) επέδραμαν σε Ελληνικές περιοχές καίοντες και λεηλατούντες, αλλά μετά από αλεπάλληλες ήττες αποχωρούσαν. Επίσης, το 396-398 μ.Χ οι Γότθοι με αρχηγό τους τον Αλάριχο έφθασαν μέχρι την Πελοπόννησο, λεηλατώντας και καταστρέφοντας όλα τα έργα τέχνης που δεν ήταν εύκολο να τα μεταφέρουν. Αργότερα υπήρχε μεγάλο πρόβλημα με τους Σλάβους και τους Βουλγάρους, οι οποίοι επιχειρούσαν συχνές επιδρομές και λεηλατούσαν όχι μόνο τις απομακρυσμένες επαρχίες, αλλά έφθαναν μέχρι την Πελοπόννησο. Οι κυριότερες επιδρομές των Σλάβων ήταν οι εξής: Το 517 μ.Χ, το 539 μ.Χ, το 559 μ.Χ, και το 578 μ.Χ, 100.000 περίπου Σλάβοι κατέκλυσαν την Θεσσαλία, την Κεντρική Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες αναγκάσθηκαν να λάβουν μέτρα και κατόρθωσαν να τους περιορίσουν στα Βόρεια σύνορά τους. Στη συνέχεια το 980 - 983 μ. Χ, ο Τσάρος Σαμουήλ της Βουλγαρίας κυρίεψε ένα μεγάλο μέρος της Θεσσαλίας και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα. Το 996 μ.Χ, ο Τσάρος Σαμουήλ πέρασε εκ νέου τα Θεσσαλικά Τέμπη χωρίς αντίσταση, έφθασε μέχρι την Φθιώτιδα και κατευθύνετο για την Πελοπόννησο. Τότε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄(Βουλγαροκτόνος) έστειλε εσπευσμένως έναν ικανότατο στρατηγό, τον Νικηφόρο Ουρανό, να τους αντιμετωπίσει στον Σπερχειό ποταμό. Ο Νικηφόρος Ουρανός έφθασε αμέσως στον Σπερχειό ποταμό και βρήκε τους Βουλγάρους στρατοπεδευμένους στη δεξιά όχθη του Σπερχειού ποταμού, διότι ήταν πλημμυρισμένος και αδιάβατος. Ο Νικηφόρος περίμενε την νύχτα και από ένα πέρασμα του Σπερχειού ποταμού βρέθηκε στο στρατόπεδο των Βουλγάρων και επιτέθηκε στα στρατεύματα τους, τα οποία και συνέτριψε. Το 1319 - 1393 μ.Χ, οι Κατελάνοι (Σταυροφόροι) κατέλαβαν την Νέα Πάτρα (Υπάτη) και άλλες πόλεις: Λαμία, Δομοκό, Φάρσαλα κ.λ.π, τις συνένωσαν με το «Δουκάτο των Αθηνών» και τους έδωσαν την προσωνυμία «Δουκάτον Νέων Πατρών». Οι Κατελάνοι καταπίεζαν τους κατοίκους και τους συμπεριφέροντο σαν να ήταν κατώτερη φυλή. Τους απέκλειαν από όλα τα αστικά δικαιώματα και δεν τους επέτρεπαν να διαχειρίζονται τις περιουσίες τους. Το 1345 μ.Χ, ο Βασιλιάς των Σέρβων Στέφανος Ούρεσης (Ούρος) Δ΄ Δουσάν (Dusan) (1331-1355) κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδος (Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία, Φθιώτιδα κ.λ.π) και ανακηρύχθηκε «Τσάρος Σερβίας και Ρωμανίας». Το 1393 μ.Χ, ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Α΄(Κεραυνός) κατέλαβε για πρώτη φορά την περιοχή της Φθιώτιδος, έως το 1402 μ.Χ, που την απελευθέρωσε ο Θεόδωρος Παλαιολόγος. Το 1416 μ.Χ οι Οθωμανοί με τον Μωάμεθ Α΄ανακατέλαβαν την Φθιώτιδα, έως το 1423 μ.Χ. Τέλος, το 1446 μ.Χ οι Οθωμανοί με τον Μωάμεθ Β΄κατέλαβαν οριστικά την περιοχή της Φθιώτιδος και άρχιζε μία νέα περίοδος υποδούλωσης της Φθιώτιδος και αργότερα ολόκληρης της Ελλάδος, που είχε διάρκεια 400 και πλέον έτη.
Το Γαρδίκι Ομιλαίων και οι άλλοι οικισμοί που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή δημιουγήθηκαν, με την σημερινή τους μορφή, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Την περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρχαν ελάχιστοι κάτοικοι στο Γαρδίκι Ομιλαίων, κατά πλειονότητα ποιμένες - «Σαρακατσάνοι», με απλές κατοικίες (σπιτοκάλυβα πέτρινα με πλακοσκεπείς στέγες και "ταράτσες" σκεπασμένες πάνω με χώμα και γύρω-γύρω κλεισμένες με τοίχο). Ο σημερινός οικισμός του Γαρδικίου και ειδικότερα η βόρεια πλευρά του, κτίσθηκε επάνω στο οχυρωματικό τείχος της αρχαίας πόλης (ή του ομίλου των αρχαίων οικισμών) των Αινιάνων, με την ονομασία "Ομίλαι" και μάλιστα χρησιμοποιήθηκαν υλικά (λιθόπλινθοι) του αρχαίου οχυρωματικού τείχους. Στην Εγκ. Ελευθερουδάκη αναφέρονται τα εξής: "...Το Γαρδίκι Ομιλαίων κείται επί της θέσεως της αρχαίας Ομίλου της επικτήτου Αιτωλίας λείψανα τειχών της οποίας διατηρούνται...". Το 1611 μ.Χ, μετά το αποτυχημένο κίνημα του Μητροπολίτη Διονυσίου του Φιλοσόφου (Σκυλοσόφου) στην περιοχή της Θεσπρωτίας, οι Οθωμανοί για να επιβάλουν την απόλυτη κυριαρχία τους στην περιοχή, άρχισαν τον σκληρό εξισλαμισμό σε όλη την Ήπειρο και ειδικότερα στην περιοχή της Παραμυθιάς. Πολλοί Έλληνες Χριστιανοί που δεν δέχθηκαν να εξισλαμισθούν αναγκάσθηκαν με την βία να εγκαταλείψουν την περιοχή της Θεσπρωτίας και να εγκατασταθούν σε άλλες περιοχές της Ελλάδος όπως των Αγράφων, της ορεινής Θεσσαλίας, του Τυμφρηστού, της Αιτωλοακαρνανίας, της ορεινής Ναυπακτίας (Κράβαρι), ακόμη και της Πελοποννήσου. Αλλά και αργότερα, οι επεζήσαντες Σουλιώτες της τρίτης ομάδας (που αναχώρησαν από το Σούλι στις 12 - 12 - 1803), μετά τη μάχη της Ι.Μ.Σέλτσου (20η Απριλίου 1804), και οι επεζήσαντες Σουλιώτες, μετά τις μάχες που έγιναν στο Κεφαλόβρυσο και την Καλιακούδα Καρπενησίου (8η, 9η και 28η Αυγούστου 1823), εγκαταστάθηκαν σε όλη την ανατολική πλευρά του Τυμφρηστού, από τις Ράχες Τυμφρηστού μέχρι την Οξυά και τα Βαρδούσια κατά μήκος του αρχαίου δρόμου (πάνω από τα σημερινά χωριά: Πουγκάκια, Παλαιοχώρι, Γαρδίκι, Στάγια, Σέλλιανη, Αργύρια, Νικολίτσι, κ.α). Στις περιοχές αυτές υπήρχαν ελάχιστοι κάτοικοι κτηνοτρόφοι («Σαρακατσάνοι»), οι οποίοι αφού πρώτα προστάτευσαν και βοήθησαν τους Σουλιώτες, δημιούργησαν μαζί τους αργότερα τους νέους οικισμούς που υπάρχουν σήμερα. Ενδεικτικά αναφέρονται μερικά επώνυμα Σουλιωτών που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή: Ζέρβας, Μπότσης, Τσικούρας (από το Τσικούρι Σουλίου), Παναγιώτου (Παπαναγιώτου), Αλεξίου, Παπαγιάννης, Κοντογιάννης, Πούγκας, Νίκας, Καρανίκας, κ.α. Επίσης, μετά την διαρρύθμιση των συνόρων μεταξύ της Ελλάδος και Οθωμανικής αυτοκρατορίας, καθώς και μετά την καταστροφή της «Κουτσούφλιανης», που βρισκόταν στην ορεινή περιοχή που αντιστοιχεί σήμερα ανάμεσα στους Νομούς Τρικάλων και Γρεβενών, αρκετοί Έλληνες κατά το πλείστον κτηνοτρόφοι («Σαρακατσάνοι»), εγκατέλειψαν την περιοχή αυτή και εγκαταστάθηκαν σε άλλες περιοχές της Ελλάδος. Στις νέες περιοχές που εγκαταστάθηκαν, θέλοντας να θυμίζουν την καταγωγή τους, έδωσαν ονόματα των παλαιών χωριών τους όπως για παράδειγμα: Κουτσούφλιανη Γαρδικίου Ομιλαίων, Κράβαρι ορεινής Ναυπακτίας, Φτέρη, Νικολίτσι, Σέλλιανη (από την Σέλλιανη Κρυσταλοπηγής), Αλποχώρι, Σούλι (από την περιοχή του Σουλίου), κ.α (Βλ. Χάρτη με την ευρύτερη περιοχή του Σουλίου).
Χάρτης που απεικονίζει την ορεινή και δυσπρόσιτη περιοχή της Ηπείρου, όπου ευρίσκετο το "Σούλι" και τα 11 χωριά του (Σούλι, Κιάφα, Αβαρίκο, Σαμονίβα, Τσικούρι, Περιχάτι, Βίλια, Αλποχώρι, Γκιονάλα, Τσεφλίκι ή Παλιοχώρι). Επίσης, ο χάρτης απεικονίζει την περιοχή "Κράβαρι" (Άνω Ράχη), από την οποία κατάγονται οι περισσότεροι σημερινοί κάτοικοι της ορεινής Ναυπακτίας (Κραβαρίτες), τα χωριά Νικολίτσι, Φτέρη, κ.α. |
Όπως προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησε ο δρ. ιστορίας Βασίλης Κ. Σπανός στο υπ’αριθ’ 20 χειρόγραφο βιβλίο (πρόθεση), που βρισκόταν στη Μονή Ρεντίνας και σήμερα μεταφέρθηκε στη Μονή Κορώνας Αγράφων, το Γαρδίκι Ομιλαίων υπήρχε και προ του 1611 μ.Χ. Στο βιβλίο αυτό υπάρχουν εγγραφές από το 1460 μ.Χ, στις οποίες αναφέρεται και το Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος. Συγκεκριμένα, στη θέση που σήμερα ονομάζεται «Παλιολευκάδα», υπήρχε οικισμός τουλάχιστον από το 1460 μ.Χ, με την ονομασία «Λουγκάδα ή Λουκάδα». Στο Φ. 178 α, 178 β, 179 α, υπάρχουν εγγραφές για ένα διαλυμένο οικισμό που ευρίσκετο ανάμεσα στο Γαρδίκι Ομιλαίων και τον Τυμφρηστό (απέναντι από τον σημερινό οικισμό Κανάλια), με την ονομασία «Ρούσιανη ή Ρούστιανη» (από το όνομα του οικισμού αυτού προήλθαν οι ονομασίες: «Μοναστήρι της Ρούστιανης» και «Ρουστιανίτης» παραπόταμος του Σπερχειού, ο οποίος ονομαζόταν και «Έλληνας»). Επίσης, απέναντι από τον Τυμφρηστό (Κάψη) ευρίσκετο ένας ακόμη διαλυμένος οικισμός με την ονομασία «Μαζαράκι», αναφέρεται στο Φ. 178 α, μαζί με τους οικισμούς: Γαρδίκι, Ρούστιανη ή Ρούσιανη, Λουγκάδα ή Λουκάδα, Κάψη, Μαζαράκι, Μερτηκάδα, Λάσπη Καρπενησίου. Στο Φ. 131 β, αναφέρεται απροσδιόριστος οικισμός με την ονομασία «Προφήτης Ηλίας». [Προφανώς πρόκειται για τον οικισμό «Σελλάκια ή Σουλλάκια» που ευρίσκετο κοντά στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία και ήταν ένας από τους οικισμούς της αρχαίας πόλης "Ομίλαι"].
Ο Ιωάννης Γ. Βορτσέλας στο Βιβλίο του «Φθιώτις» 1907, σελ. 484, 485), αναφέρει σχετικά με το Γαρδίκι Ομιλαίων τα εξής: «Ολίγον προς δυσμάς του Γαρδικίου υπάρχουσιν ερείπια περιβόλου θεωρουμένου αρχαίου ελληνικού, εκτάσεως 300 περίπου στρεμμάτων, εν ώ ευρίσκονται αρχαία νομίσματα Αιτωλών, Οιταίων και άλλων. Αυτόθι ευρέθη και πλάξ, εφ’ ής είναι η επιγραφή «Χαϊνι Γαρδίκι. Επί τουρκοκρατίας το Γαρδίκι ήταν πρωτεύουσα του Δήμου και ονομάζετο Χαϊν Γαρδίκι. (ιδ. συμβ. 18 Οκτωβρίου 1844 μεταξύ της Υψηλής Πύλης και της Ελληνικής Κυβερνήσεως εν παραρτήματι Νομολογ. Δεληγιάννη Ζηνοπούλου τόμω Α΄), η δε λέξις Χαϊν κατά τους ειδότας είναι αραβική και σημαίνει τον άπιστον». Πράγματι η λέξη «Χαϊνης» είναι Αραβική και σημαίνει τον επίβουλο, τον προδότη, τον επαναστάτη, τον ανυπότακτο, τον αντάρτη. Την λέξη αυτή την χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν τους επίβουλους-επαναστάτες και ανυπότακτους κατοίκους της περιοχής, τους οποίους ονόμαζαν «Χαϊνηδες». Οι συλλαμβανόμενοι «Χαϊνηδες» υφίσταντο τρομερά βασανιστήρια και θανατώνονταν με φρικιαστικό τρόπο. Συγκεκριμένα τους κρεμούσαν ανάποδα στο τσιγκέλι όπως τα σφαγμένα ζώα!!!. Στη θέση "Φλωραίϊκα" Γαρδικίου υπήρχε, μέχρι τα τελευταία χρόνια, ένα μεγάλο αιωνόβιο δένδρο - βελανιδιά το οποίο οι κάτοικοι του Γαρδικίου ονόμαζαν "το δένδρο του κρεμασμένου". Λέγεται ότι στο δένδρο αυτό κρεμούσαν οι Τούρκοι τους επαναστάτες και ανυπότακτους = "Χαϊνηδες" Γαρδικιώτες.
Ο Ιωάννης Γ. Βορτσέλας στο Βιβλίο του «Φθιώτις» 1907, σελ. 484, 485), αναφέρει σχετικά με το Γαρδίκι Ομιλαίων τα εξής: «Ολίγον προς δυσμάς του Γαρδικίου υπάρχουσιν ερείπια περιβόλου θεωρουμένου αρχαίου ελληνικού, εκτάσεως 300 περίπου στρεμμάτων, εν ώ ευρίσκονται αρχαία νομίσματα Αιτωλών, Οιταίων και άλλων. Αυτόθι ευρέθη και πλάξ, εφ’ ής είναι η επιγραφή «Χαϊνι Γαρδίκι. Επί τουρκοκρατίας το Γαρδίκι ήταν πρωτεύουσα του Δήμου και ονομάζετο Χαϊν Γαρδίκι. (ιδ. συμβ. 18 Οκτωβρίου 1844 μεταξύ της Υψηλής Πύλης και της Ελληνικής Κυβερνήσεως εν παραρτήματι Νομολογ. Δεληγιάννη Ζηνοπούλου τόμω Α΄), η δε λέξις Χαϊν κατά τους ειδότας είναι αραβική και σημαίνει τον άπιστον». Πράγματι η λέξη «Χαϊνης» είναι Αραβική και σημαίνει τον επίβουλο, τον προδότη, τον επαναστάτη, τον ανυπότακτο, τον αντάρτη. Την λέξη αυτή την χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν τους επίβουλους-επαναστάτες και ανυπότακτους κατοίκους της περιοχής, τους οποίους ονόμαζαν «Χαϊνηδες». Οι συλλαμβανόμενοι «Χαϊνηδες» υφίσταντο τρομερά βασανιστήρια και θανατώνονταν με φρικιαστικό τρόπο. Συγκεκριμένα τους κρεμούσαν ανάποδα στο τσιγκέλι όπως τα σφαγμένα ζώα!!!. Στη θέση "Φλωραίϊκα" Γαρδικίου υπήρχε, μέχρι τα τελευταία χρόνια, ένα μεγάλο αιωνόβιο δένδρο - βελανιδιά το οποίο οι κάτοικοι του Γαρδικίου ονόμαζαν "το δένδρο του κρεμασμένου". Λέγεται ότι στο δένδρο αυτό κρεμούσαν οι Τούρκοι τους επαναστάτες και ανυπότακτους = "Χαϊνηδες" Γαρδικιώτες.
Αργότερα και συγκεκριμένα κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής (1941 – 1944), υπήρξαν νέοι «Χαϊνηδες» στο Γαρδίκι Ομιλαίων και την ευρύτερη περιοχή. Μεγάλες ομάδες «ανυπότακτων» πολιτών ξεσηκώθηκαν κατά των Ιταλο-Γερμανών κατακτητών και εντάχθηκαν στις αντιστασιακές οργανώσεις του Άρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα) και του Ναπολέοντα Ζέρβα. Ο Άρης Βελουχιώτης είχε το στρατηγείο του στο Γαρδίκι Ομιλαίων και ο Ναπολέων Ζέρβας στο Βάλτο (περιοχή της Άρτας), αλλά μέσου της αρχαίας οδού που συνέδεε την Ήπειρο και την Θεσσαλία με την Νότια Ελλάδα και την Πελοπόννησο κατέβαινε συχνά στο Γαρδίκι Ομιλαίων και την ευρύτερη περιοχή για την στρατολόγηση ανταρτών. Ο κορμός της Εθνικής Αντίστασης ήταν στην περιοχή αυτή. Ο Τυμφρηστός και τα «Κοκκάλια» ήταν το σημείο αναφοράς της Εθνικής Αντίστασης. Από την περιοχή αυτή ξεκίνησαν για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, ο Άρης Βελουχιώτης με 86 αντάρτες, ο Ναπολέων Ζέρβας με 52 αντάρτες, ο Άγγλος συνταγματάρχης Έντι Μάγερς και ο ελληνομαθής ταγματάρχης Κρίς Γουντχάουζ με 15 Άγγλους κομάντος. Υπάρχει και σχετική φωτογραφία που τους εμφανίζει να χορεύουν όλοι μαζί στην πλατεία «Σταυρού» στο Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος, έπειτα από γλέντι που είχαν στήσει εκεί, πριν ξεκινήσουν για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου. [Επειδή η φωτογραφία αυτή υπήρξε αντικείμενο εκμετάλλευσης από ορισμένους που ισχυρίζονται ότι τραβήχτηκε στο Μαύρο Λιθάρι Φωκίδος, πρέπει να διευκρινίσω ότι το γλέντι στο Γαρδίκι Ομιλαίων προηγήθηκε της σύσκεψης που έγινε στο Μαύρο Λιθάρι Φωκίδος. Οι αντάρτες του Άρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα), του Ναπολέοντα Ζέρβα και οι Άγγλοι κομάντος του Μάγερς και Γουντχάουζ κατευθύνθηκαν στο Μαύρο Λιθάρι Φωκίδος, μετά το γλέντι που έγινε στην πλατεία «Σταυρού» στο Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος και συγκεκριμένα στις 20 – 11 – 1942, όπου έγινε σύσκεψη και ο τελευταίος σχεδιασμός για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, που τελικά πραγματοποιήθηκε την νύχτα της 25 – 11 – 1942].
Ναπολέων Ζερβας, Άρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας), Κρίς Γουντχάους, Χουλιάρας (Περικλής) |
[ Σ/Σ. Ο Ναπολέων Ζέρβας και ο Άρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας), ήταν συγγενείς εξ’ αίματος. Το αποκάλυψε ο αδελφός του Άρη, λογοτέχνης και ιστορικός Μπάμπης Κλάρας, σε μία ομιλία του στη Λαμία: «Η Ρούμελη στη μεγάλη Αντίσταση». Μεταξύ άλλων ανέφερε και τα εξής: «Οι τρείς εξέχουσες μορφές του ιδιότυπου αυτού πολέμου, ο Άρης Βελουχιώτης, ο Ναπολέων Ζέρβας και ο Δημήτριος Ψαρρός, με μία εκπληκτική συγκυρία: Ρουμελιώτες καθαρόαιμοι ο πρώτος και ο τρίτος. Γέννημα– θρέμμα ο ένας της Λαμίας, γιος του δικηγόρου Δημητρίου Κλάρα και της Αγλαϊας, το γένος Ζέρβα, που κρατούσε από τα Πουγκάκια του Τυμφρηστού, ο Θανάσης Κλάρας. Γέννημα- θρέμμα της Παρνασσίδας ο Διοικητής του 5/42 Ευζώνων ο Δημήτριος Ψαρρός. Κοντο-Ήπειρώτης ο Στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας. Δεμένοι και οι τρείς με συγγενικούς μεταξύ τους δεσμούς. Ο Ζέρβας, εξ’ αίματος συγγενής του Άρη, από την «Ζερβοπούλα» μάννα του. Κοινός τους πρόγονος ο «Ζέρβας», το πρωτοπαλλήκαρο του Μάρκου Μπότσαρη, που όταν δέχθηκε κατακούτελα το βόλι στη μάχη, τον σήκωσε στους ώμους του για να μην τον ζωγρήσουν οι άπιστοι. Ο Ψαρρός, εξ’ αγχιστείας συγγενής του Άρη, πάλι από την μάννα του, που ξαδέρφη της, αδερφή του Σπύρου Κρεμεζή από την Άμφισσα, νυμφεύθηκε ο αδελφός του, δικηγόρος Χαράλαμπος Ψαρρός…» (Λ. Κορέλης, "Φθιωτικά γράμματα, Λαμιακές Σελίδες", Νοέμβριος 1976). Επίσης, ο Ναπολέων Ζέρβας, όταν πήγε στο Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος και συναντήθηκε με τον Άρη Βελουχιώτη για να καταστρώσουν τα σχέδια για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, διανυκτέρευσε το βράδυ στα Πουγκάκια Φθιώτιδος, αφενός γιατί εκεί ήταν συγγενείς του που ήθελε να συναντήσει και αφετέρου για περισσότερη ασφάλεια].
Το Γαρδίκι Ομιλαίων Φθιώτιδος δεν έχει μόνο ιστορικό παρελθόν έχει και τις προϋποθέσεις για ένα λαμπρό μέλλον. Το απέραντο πράσινο, τα άφθονα γάργαρα νερά και το πολύ καλό κλίμα καθιστούν το Γαρδίκι Ομιλαίων ένα από τα πλέον ελκυστικά θέρετρα. Τα παλαιότερα χρόνια οι γιατροί, που γνώριζαν το Γαρδίκι Ομιλαίων και την ευρύτερη περιοχή, συνιστούσαν στους ασθενείς τους που αντιμετώπιζαν αναπνευστικά και άλλα προβλήματα υγείας να παραθερίσουν στην περιοχή αυτή. [Σύμφωνα με επιστημονική έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε παγκόσμια κλίμακα από την UNESCO το 1991, η περιοχή αυτή μαζί με την Ευρυτανία και την ορεινή Ναυπακτία, αναδείχθηκε σε μία από τις πέντε καθαρότερες περιοχές του κόσμου, από πλευράς μολύνσεως της ατμοσφαίρας και του υπεδάφους]. Εκτός όμως από παραθεριστικό θέρετρο, το Γαρδίκι Ομιλαίων και η ευρύτερη περιοχή, με τα απαράμιλλα σε ομορφιά βουνά και τις καταπληκτικές διαδρομές, έχει τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν και άλλες εναλλακτικές μορφές τουρισμού όπως ο αθλητικός τουρισμός (με την δημιουργία προπονητικών κέντρων για την προπόνηση αθλητικών Συλλόγων), ο δασοτουρισμός, ο ορειβατικός τουρισμός, κ.α.
Οι επισκέπτες φυσιολάτρες – ορειβάτες, έχουν πολλές προτάσεις για πεζοπορίες στο Γαρδίκι Ομιλαίων, σε καταπληκτικές διαδρομές τόσο στα δασικά μονοπάτια όσο και στους δημόσιους δρόμους της γύρω περιοχής. Θα αναφέρω ενδεικτικά μερικές απ’ αυτές τις καταπληκτικές διαδρομές:
1. Διαδρομή: Γαρδίκι Ομιλαίων - Παλαιοχώρι - Πουγκάκια (7 χιλιόμετρα)
Από το Γαρδίκι Ομιλαίων μέχρι το Παλαιοχώρι, ασφαλτόδρομος τεσσάρων χιλιομέτρων περίπου, με μηδέν κλίση στη μεγαλύτερη διαδρομή, μέσα σε ένα ελατοδάσος με πανύψηλα έλατα και άλλα φυτά, ένα τοπίο απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς που συναγωνίζεται τα Ελβετικά τοπία και αιχμαλωτίζει τον επισκέπτη.
2. Διαδρομή: Παλαιοχώρι - Ράχες Τυμφρηστού (18 χιλιόμετρα περίπου)
Επίσης, από το Παλαιοχώρι ξεκινάει μία ακόμη καταπληκτική διαδρομή (18 χ.λ.μ περίπου χωματόδρομος), που διέρχεται μέσα από πανύψηλα έλατα και ένα μοναδικό σε ομορφιά δάσος από καστανιές και καταλήγει στις Ράχες Τυμφρηστού (στη μεγάλη διασταύρωση πάνω από το τούνελ) και σε απόσταση 11 χλμ από το Καρπενήσι.
3. Διαδρομή: Γαρδίκι Ομιλαίων - Δάσος Οξυάς - Ορειβατικό Καταφύγειο
17 χιλιόμετρα περίπου από το Γαρδίκι Ομιλαίων βρίσκεται το νοτιότερο δάσος Οξυάς στην Ευρώπη και το ορειβατικό καταφύγειο "Λάμπρος Ευταξίας".
4. Διαδρομή: Γαρδίκι - Σαράνταινα - Αλογοβούνι - Καράβι - Κοκκάλια - Ράχη Τυμφρηστού (Αρχαίος δρόμος - Τμήμα Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε.4)
Από το Γαρδίκι Ομιλαίων (Βρύση Ντουβουρνά) διασχίζοντας τον αρχαίο δρόμο Β/Δ φθάνουμε στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και στη συνέχεια, μετά από πεζοπορία 3 ½ ώρες περίπου, φθάνουμε στην κορυφογραμμή (Σαράνταινα - Αλογοβούνι - Καράβι - Κοκκάλια - Ράχη Τυμφρηστού), απ’ όπου διερχόταν ο αρχαίος δρόμος που συνέδεε την Ήπειρο και την Θεσσαλία με την Νότια Ελλάδα και την Πελοπόννησο και σήμερα είναι τμήμα του "Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε. 4" (Βλ. Συνημ. Χάρτη).
5. Διαδρομή: Γαρδίκι - Δάσος Κεφαλαρίου - Δάσος Οξυάς - Σαράνταινα - "Κοκκάλια" (Κορυφογραμμή - Αρχαίος δρόμος - Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε. 4)
Από το Γαρδίκι Ομιλαίων (Βρύση Ντουβουρνά) διασχίζοντας τον αρχαίο δρόμο Β/Δ φθάνουμε στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και στη συνέχεια, μετά από πεζοπορία 3 ½ ώρες περίπου, φθάνουμε στην κορυφογραμμή (Σαράνταινα - Αλογοβούνι - Καράβι - Κοκκάλια - Ράχη Τυμφρηστού), απ’ όπου διερχόταν ο αρχαίος δρόμος που συνέδεε την Ήπειρο και την Θεσσαλία με την Νότια Ελλάδα και την Πελοπόννησο και σήμερα είναι τμήμα του "Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε. 4" (Βλ. Συνημ. Χάρτη).
5. Διαδρομή: Γαρδίκι - Δάσος Κεφαλαρίου - Δάσος Οξυάς - Σαράνταινα - "Κοκκάλια" (Κορυφογραμμή - Αρχαίος δρόμος - Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε. 4)
Από το μονοπάτι που ξεκινάει Βορειο-Δυτικά του Γαρδικίου Ομιλαίων, μέσα από το δάσος του «Κεφαλαρίου», με τα πανύψηλα έλατα και τις αιωνόβιες καστανιές, μετά από πεζοπορία 4 ώρες περίπου και αφού συναντήσουμε το περίφημο δάσος της Οξυάς, φθάνουμε στην Σαράνταινα (κορυφή της Οξυάς 1928 μέτρα).
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΣΑΡΑΝΤΑΙΝΑΣ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΔΙΑΚΡΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΟΞΥΑΣ |
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ "ΚΟΚΚΑΛΙΑ" (Πεδίο της Μάχης με τους Γαλάτες, το 279 π.Χ). Στο βάθος απεικονίζεται ο παραπόταμος του Σπερχειού "Ρουστιανίτης ή Έλληνας" που πηγάζει από τα "Κοκκάλια". |
ΚΟΡΥΦΟΓΡΑΜΜΗ: ΡΑΧΕΣ ΤΥΜΦΡΗΣΤΟΥ - ΚΟΚΚΑΛΙΑ - ΣΑΡΑΝΤΑΙΝΑ - ΟΞΥΑ. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ: "ΚΟΚΚΑΛΙΑ", Υψ. 1720 μ. (Στο βάθος διακρίνεται ο Τυμφρηστός ή Βελούχι). Foto: www. panoramio. com |
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ Ε. 4
Αυτό όμως που θα απογειώσει την περιοχή όταν γίνει γνωστό, διότι δυστυχώς μέχρι σήμερα ελάχιστοι το γνωρίζουν, είναι το «ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ Ε. 4». Το Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε. 4, ξεκινάει από το Γιβλαρτάρ και μέσω Γαλλίας – Ελβετίας – Αυστρίας – Ουγγαρίας – Ρουμανίας – Βουλγαρίας μπαίνει στην Ελλάδα και διασχίζοντας την κάθετα, ακολουθεί τον αρχαίο δρόμο που συνέδεε την Ήπειρο και την Θεσσαλία με την Νότια Ελλάδα και την Πελοπόννησο, Πίνδος – Ράχες Τυμφρηστού - "Κοκκάλια"– Σαράνταινα - Οξυά – Δελφούς, περνάει απέναντι στην Πελοπόννησο, Βυτίνα – Σπάρτη – Γύθειο, συνεχίζει στην Κρήτη, την οποία διατρέχει από την μία άκρη στην άλλη και τερματίζει στην Κύπρο. Το «Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε. 4», έγινε για πεζοπορικές διαδρομές σε περιοχές με αξιόλογο φυσικό περιβάλλον και ιστορικό περίγυρο, για να συμβάλλει στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού.
Το Ευρωπαικό Μονοπάτι Ε.4 έχει συνολικό μήκος 6000 χλμ. από τα οποία 1600 χλμ. περίπου είναι σε Ελληνικό έδαφος. Το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε.4 το διαχειρίζεται η ομοσπονδία European Ramblers Association με έδρα την Kassel της Γερμανίας (www.era-ewv-ferp.com).
|
Πρόκειται για την περιοχή απ' όπου διερχόταν ο αρχαιότερος δρόμος των Ελλήνων, που συνέδεε την Ήπειρο και την Θεσσαλία με την Νότια Ελλάδα και την Πελοπόννησο παρακάμπτοντας τον δυσκολοδιάβατο και επικίνδυνο Σπερχειό ποταμό καθώς και τα στενά των Θερμοπυλών (Βλ. Κόκκινη γραμμή). Στη θέση "Κοκκάλια", όπου σύμφωνα με τον Χάρτη της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού βρίσκεται πάνω από τον συνοικισμό των Πουγκακίων "Βλάχικος", έγινε το 279 π.Χ η μάχη με τους Γαλάτες (Βλ. Συν. Έγγραφο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας). Σήμερα ο δρόμος αυτός είναι τμήμα του "Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε. 4", που ξεκινάει από το Γιβραλτάρ και τερματίζει στην Κύπρο. Το "Ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε. 4", όπως προαναφέρθηκε, έγινε για "πεζοπορικές διαδρομές" σε περιοχές με αξιόλογο φυσικό περιβάλλον και ιστορικό περίγυρο για να συμβάλλει στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Γι'αυτό η περιοχή αυτή θα πρέπει να προστατευθεί από κάθε είδους δραστηριότητα που προκαλεί μη αναστρέψιμη καταστροφή του περιβάλλοντος, όπως είναι τα Αιολικά Πάρκα και τα συνοδά έργα (πυλώνες μεταφοράς Η/Ε, μετασχηματιστές, κτίσματα για αποθηκευτικούς χώρους και την διαμονή των τεχνικών, κ.α) που σχεδιάζουν να εγκαταστήσουν οι γνωστές εταιρίες ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων. Επί πλέον στην περιοχή αυτή, υπάρχει "ασύμβατη χρήση" για την εγκατάσταση Α/Γ, διότι σύμφωνα με το Ν. 3028/2002, ανήκει στη Ζώνη απολύτου προστασίας, όπου ανήκουν αρχαιολογικοί χώροι, ιστορικοί τόποι κ.λ.π, που αποτέλεσαν το χώρο εξαίρετων ιστορικών ή μυθικών γεγονότων.